1. Μια φορά κι ζνα καιρό ιταν ζνα μικρό πάντα που χάκθκε ςτο δάςοσ και
δεν είχε ςπίτι .Ζψαχνε παντοφ μζςα ςτο δάςοσ για ζνα μικρό και ηεςτό ςπιτάκι .
Όπου πιγαινε δεν το ικελε κανζνασ κι το μικρό πάντα είχε ςτεναχωρθκεί .
Περπατοφςε περπατοφςε και χτυποφςε και ρωτοφςε που κα βρω ζνα
ςπιτάκι για να κοιμθκϊ; Κακϊσ περπατοφςε χτφπθςε μία πόρτα μυρμθγκιϊν.
- Ναι ποιοσ είναι;
- Γεια ςασ είμαι το μικρό Πάντα κα μποροφςατε να με φιλοξενιςετε για λίγο;
- Βζβαια αλλά είςτε μεγάλοσ για τθν τρφπα μασ.
- Εντάξει ευχαριςτϊ γεια ςασ.
Σο μικρό Πάντα ςυνιχθςε το ταξίδι του αλλά……. Μια μαμά Πάντα το είδε
και το λυπικθκε και το πιρε μαηί τθσ . Ζτςι ηοφςαν μαηί ςε ζνα ηεςτό και
μικρό ςπιτάκι .Κάκε μζρα θ μαμά του το ζκανε ζνα ηεςτό κακάο ,μετά
πιγαινε ςχολείο, αργότερα πιγαινε ςπίτι , ζτρωγε κοιμότανε ξυπνοφςε και
ζκανε τα μακιματα του , ζπαιηε ζβλεπε παιδικά και κοιμότανε ςτθσ 8 το
βράδυ .Σθν άλλθ μζρα είχε πάρα πολφ δουλειά . Να παραγγείλλει τθν τοφρτα
να αγοράςει μπαλόνια , κεράκια , αναψυκτικά ,πλαςτικά ποτιρια και πιάτα .
Γιατί τθν επόμενθ μζρα είχε τα γενζκλια του . Ζφταςε θ επόμενθ μζρα
το μικρό πάντα περίμενε πωσ και πωσ τα γενζκλια του . Κάλεςε όλουσ
τουσ φίλουσ του και τισ φίλεσ του. Και ιρκε θ ϊρα να ςβιςει τα κεράκια,
όλοι του ευχικθκαν χρόνια πολλά να τα εκατοςτίςεισ . Σϊρα είναι
9 χρονϊν . << 10 χρόνια μετά >>…. Σο μικρό πάντα ζγινε μεγάλο πάντα πια.
Ζκανε καινοφριουσ φίλουσ κι γνϊριςε μια γυναίκα πάντα και ζκαναν 3
παιδιά πάντα που ιταν όλα κορίτςια που τα ζλεγαν
2. Μάγδα , Αναςταςία και Κωνςταντίνα.
ΤΕΛΟΣ
Μια φορά και ζνα καιρό ιταν ζνασ εξωγιινοσ που ηοφςε ςτο διάςτθμα και δεν
είχε οικογζνεια. Και αποφάςιςε να φτιάξει ζνα διαςτθμόπλοιο. Για να κάνει το γφρο
του κόςμου. για να το κάνει του πιρε 5 μινεσ μετά από τόςο καιρό δουλειάσ το
διαςτθμόπλοιο ιταν ζτοιμο να πετάξει .
Ο εξωγιινοσ είπε: 10 9 8 7 6 5 4 3 2 1 εκτόξευςθ!!!!!!!!!!!!! Ναι!!!
Κακϊσ πετοφςε ζπεςε ςτθ γθ. Όταν βγικε από το διαςτθμόπλοιο όλοι τρόμαξαν
Και ζτρεξαν ςτα ςπίτια τουσ. Σότε ο εξωγιινοσ είδε ζναν άνκρωπο που μόνο
αυτόσ δεν είχε μπει μζςα ςτο ςπίτι του. Σότε τον πλθςίαςε για να δει άμα τον
φοβόταν. Ο εξωγιινοσ τότε πλθςίαςε κι άλλο και μετά πλθςίαςε και ο άνκρωποσ.
Οι άνκρωποι εντωμεταξφ κοιτοφςαν από τα παράκυρα, τον εξωγιινο και τον
άνκρωπο. Κακϊσ κοιτοφςαν, ξαφνικά είδαν ότι και ζνασ άλλοσ άνκρωποσ βγικε
ζξω. ιγά ςιγά άρχιςαν να βγαίνουν ο ζνασ μετά τον άλλο. Μετά από λίγο
πλθςίαςε λίγο και ο εξωγιινοσ και ςε λίγο και οι άνκρωποι που είχαν βγει
ζξω . ε λίγο βγικαν όλοι οι άνκρωποι που είχαν μπει ςτα ςπίτια τουσ.
Μετά από λίγο πλθςίαςαν και οι άνκρωποι και ο εξωγιινοσ ,ςε λίγο
Πλθςίαςαν λίγο ακόμα. Μετά ζγιναν φίλοι και δζχτθκαν τον εξωγιινο
τθν πόλθ τουσ. Μετά του ζδωςαν κι ζνα ςπίτι για να μείνει.
Σθν άλλθ μζρα ζλαβε ζνα μινυμα από τον πατζρα του.
Ήκελε να πάει ςτον πατζρα, άλλα δεν ικελε να αφιςει τουσ γιινουσ.
Σελικά αποφάςιςε να πάει ςτον πατζρα του. Σου ζφτιαξαν ζνα διαςτθμόπλοιο
Και ξεκίνθςε για να φφγει. Κακϊσ πετοφςε το διαςτθμόπλοιο διαλφκθκε
3. Και ο εξωγιινοσ ζπεςε ςε ζναν μακρινό πλανιτθ και μετά από λίγο
Αποκοιμικθκε. Σθν άλλθ μζρα όταν άνοιξε τα μάτια είδε τον πατζρα του. Σότε
χάρθκε και αποφάςιςαν να το γλεντιςουν και ζηθςαν αυτοί καλά κι εμείσ καλφτερα.
Μια φορά κι ζνα καιρό ιταν μια όμορφθ και πολφχρωμθ μπλοφηα του χρόνου.
Είχε χρϊμα άςπρο για χιόνια, κίτρινο για το καλοκαίρι, καφζ για φφλλα, και
πεταλοφδεσ και λουλοφδια για τθν άνοιξθ.
Ήταν μια ηεςτι αλλά και αγαπθμζνθ μασ μπλοφηα.
Η μπλοφηα λεγόταν Πεντάμορφθ ιταν θ καλφτερθ μπλοφηα
του κόςμου αλλά ξεχϊριηε από τα χρϊματά τθσ. Οι γονείσ
τθσ ιταν πολλι χαροφμενθ για αυτιν γιατί δεν ηιλευε.
Η Πεντάμορφθ είχε γαλάηια μάτια, μακριά μαλλιά αλλά δεν είχε πολλά χρϊματα.
Πιγαν ςε ζνα μαγαηί και πιραν χρϊματα. Οι γονείσ τθσ πιραν όλα τα χρϊματα
Η Πεντάμορφθ ιταν χαροφμενθ για τα χρϊματα ςτθν μπλοφηα γιατί είχε
πολλά.
Μια μζρα οι γονείσ τθσ είπαν :Θα πάμε ςτο Βαςιλόπουλο. Ζφυγαν από το ςπίτι.
Η μπλοφηα είπε: μαμά να ζρκω μαηί ςασ; Η μαμά είπε όχι.
Η μπλοφηα κατάλαβε το λάκοσ τθσ και είπε δεν πειράηει.
4. Ονόματα: Ανίτα, Άννα, Δωροκζα,Ιβάν.
`
Μια φορά κι ζναν καιρό ιταν ζνα αγόρι που πιγε μια βόλτα ςτο δάςοσ με
δφο φίλουσ του και βρζκθκαν ςε άγνωςτα μζρθ και χάκθκαν!!!!
Πζραςαν τθν νφχτα εκεί και εμφανίςτθκε ζνασ λφκοσ από το πουκενά.
Σα τρία παιδιά τρόμαξαν και το ζβαλαν ςτα πόδια. Πιγανε, ακόμθ πιο μακριά και
είδανε ζνα καταφφγιο να μείνουν. Ζμεναν 34 μζρεσ και νφχτεσ !!!!
Μετά ζψαξαν να, βρουν πωσ μποροφν να βγουν από το δάςοσ.
το τζλοσ βρζκθκαν ςε μια πόλθ που λεγόταν Μαλακάςα. Εκεί είχε
πόλουσ δολοφόνουσ!!!
Ζλεγαν τα παιδιά και φοβόντουςαν <<Ε! παιδιά κοιτάξτε βρικαμε
ζνα καταφφγιο να μείνουμε ελάτε να το δοφμε!>>
Ο!!! νιϊκω κάτι περίεργο που το φοβόμουν!!! Κανείσ δεν είναι εδϊ.
A!!! αυτι είναι θ πόλθ μασ, πάμε ςπίτι μασ!!! Μαμά, μπαμπά
εδϊ είμαςτε!!!
5. Παιδιά, αγάπεσ μου ςασ ζψαχνα πάρα πολφ καιρό!!!!
Μθ μου το ξανακάνετε αυτό
το τζλοσ ζηθςαν ευτυχιςμζνθ.
Και δεν το ξανάκαναν ποτζ.
ΣΑΞΗ Γ1 ΧΡΗΣΟ-ΛΕΩΝΙΔΑ-ΠΤΡΟ
Μια φορά κι ζναν καιρό ηοφςε ζνα αγοράκι που ικελε να πάει ςτο
Φ εγγάρι. Μια μζρα όπωσ ζπαιηε φαντάςτθκε πωσ είναι ςτο φεγγάρι.
Φαντάςτθκε το Δία, τον Ζρμθ , τον Κρόνο, τθν Αφροδίτθ και τθ γθ.
Σο βράδυ ζβλεπε τα 1.0000 αςτζρια ςτον ουρανό και ονειρευόταν να
πάει.
Όταν ο μπαμπάσ του αγοριοφ μπικε ςτο δωμάτιο του και δεν τον βρικε.
Η ανθςυχία τον γονιϊν του ιταν μεγάλθ .Σι να ζγινε; Πωσ κα τον βρουν;
Εντωμεταξφ το αγοράκι δεν ζβγαηε μιλιά. Οι γονισ του πιγαν ςτθ ν αςτυνομία
-Όταν κα μεγαλϊςω κα γίνω αςτροναφτθσ. Ζλεγε και όλο ηωγράφιηε το
γαλαξία. Σο βράδυ άνοιξε μια τεράςτια τρφπα και ζνασ εξωγιινοσ τον
πιρε . Σου ζδωςε ζνα κράνοσ από εκείνα που ζχουν οι
αςτροναφτεσ.
Σου ζδωςε επίςθσ μία ςτολι .Σο αγοράκι δεν πίςτευε ςτα ματιά του.
και ζκαναν καταγγελία. Ανθςφχθςαν τόςο πολφ για τθν εξαφάνιςθ του που ιταν
ικανοί για όλα .Σο αγόρι δεν άντεξε άλλο!!!!!!!!!!!
Ζφυγε από τθν πίςω πόρτα και πιγε ςτον πφραυλο του εξωγιινου και
γφριςε ςτθ γθ!!!
Ματίνα Ηλιάνα Ραφαιλ
6. Μια φορά κι ζναν καιρό ςτον ουρανό ηοφςε ζνα αςτζρι λαμπερό.
που κοιτοφςε ζνα κοριτςάκι ςτθ γθ να κλαίει αςταμάτθτα .
-Γιατί κλαίσ ; ρϊτθςε το αςτεράκι
-Γιατί ζχαςα το Νάπο το αρκουδάκι.
Ζκλεγε αςταμάτθτα ,μζχρι να βρει το μικρό τθσ αρκουδάκι.
Σότε το αςτεράκι κατζβθκε από τον ουρανό και τθσ ζδωςε ζνα άλλο αρκουδάκι
Όμωσ το κοριτςάκι δεν το ικελε! Μόνο τον Νάπο ικελε κανζνα άλλο .
Όταν όμωσ είχαν πάει ςτο δάςοσ να το βρει δεν το βρικε το Νάπο
το αρκουδάκι τθσ .
Μιπωσ , ζγινε κάτι κακό; Δεν ξζρουμε . Σο κοριτςάκι δεν μποροφςε
να κοιμθκεί για πολφ καιρό . Πιγαν ςτθν πόλθ και δεν το βρικαν.
Σο κοριτςάκι δεν κοιμικθκε . Όμωσ όταν πιγε ςτθν γιαγιά τθσ
Σο βρικε και χάρθκε πολφ . Σο κοριτςάκι μποροφςε επιτζλουσ να κοιμθκεί.
7. Μια φορά κι ζναν καιρό ιταν ζνα κοριτςάκι που ηωγράφιηε μια
κάλαςςα κι ζνα καράβι . Είχε πολλά χρϊματα και εκείνα τα χρϊματα
ηωντάνεψαν χωρίσ να τα καταλάβει κανείσ κατάςτρεφαν πολλά πράγματα ακόμθ
και τα ίδια τουσ τα αυτιά .
Σο βράδυ αργά είχε μπει θ μαμά του κοριτςιοφ κι όταν άνοιξε τθν πόρτα
είδε όλο το δωμάτιο ιταν γεμάτο με χρϊματα και τρελάκθκε πάρα
πολφ .Άλλαξαν όλα μζςα τθσ , κανείσ δεν ιξερε πωσ κα γίνει τζτοιο
πράγμα .
Αυτό το πράγμα ιταν διαφορετικό από τα άλλα .Κανείσ όμωσ δεν
ιξερε τι γινόταν εκείνο το βράδυ ακοφςτθκαν φωνζσ. Μεγάλεσ μικρζσ
φωνζσ. Σα μολφβια ιταν πολλι ηωθρά μα πάρα πολλι ηωθρά . Σα χρϊματα
ιταν παράξενα ςαν ηαχαρωτά . Σα μολφβια άκουςαν ότι το κοριτςάκι κα
ζφευγε ςτθν γιαγιά τθσ για δφο μζρεσ .
Όταν το κοριτςάκι ετοιμαηόταν να πάει ςτθν γιαγιά τθσ άφθςε τθσ
ξυλομπογιζσ δίπλα ςτο παράκυρο και ζφυγε το κοριτςάκι για τθν γιαγιά τθσ
και άφθςε το παράκυρο ανοιχτό. Σο βράδυ αργά τα μεςάνυχτα
φυςοφςε πάρα πολφ και τα μολφβια ζπεςαν ςτον κάδο
ανακφκλωςθσ .Σο πρωί ιρκε το απορριμματοφόρο και τα πιρε ςτον
ςκουπιδότοπο
Ο μπαμπάσ του κοριτςιοφ, είπε:
- Ποια μολφβια είναι αυτά; κάπου τα ζχω γνωςτά .Μιπωσ είναι τθσ κόρθσ
μου . Α ! ναι αυτά είναι τα μολφβια πωσ το ξζχαςα .Ασ τθσ τα πάω
αφριο το πρωί .
Ώρα να πάω ςπίτι για να τθσ τα δϊςω . Ώρα για φπνο.
-Μαμά γφριςα από τθν γιαγιά . Μα που είναι θ ξυλομπογιζσ μου .
Σικ Σικ χτφπθςε ο μπαμπάσ .
-μπαμπά μιπωσ είδεσ τθσ ξυλομπογιζσ μου ;
Μα ναι εδϊ τθσ ζχω
- Ευχάριςτϊ μπαμπά .