6. Το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (ΕΜΠ) ιδρύθηκε το 1836
και είναι το πιο παλιό και πιο φημισμένο εκπαιδευτικό
ίδρυμα της Ελλάδας. Tο 1873 εγκαταστάθηκε σε
συγκρότημα κτηρίων στο κέντρο της πρωτεύουσας, στα
μισοτελειωμένα, ακόμη, κτρια της οδού Πατησίων και
ονομάστηκε "Eθνικό Mετσόβιο Πολυτεχνείο", προς τιμή
των μεγάλων ευεργετών Γ. Aβέρωφ, N. Στουρνάρη, E.
Tοσίτσα, των οποίων η γενέτειρα ήταν το Mέτσοβο, μια
μικρή ιστορική πόλη στην Ήπειρο.
10. Και τώρα, ξαπλωμένος στο αχυρένιο στρώμα, αναστέναζε
βαθιά. Ως πότε θα κρατήσει αυτή η ζωή; Σαράντα χρόνια
πέρασαν. Τα άλλα που του μένουν να ζήσει γιατί να μην τα
ζήσει λεύτερα; Θα γίνει επαναστάτης. Τι άλλο; Δεν έμαθε
πως η λευτεριά αποχτιέται μόνο με αγώνα;
11.
12. «Λίγο ακόμα
θα ιδούμε τις αμυγδαλιές ν’ ανθίζουν
τα μάρμαρα να λάμπουν στον ήλιο
τη θάλασσα να κυματίζει
λίγο ακόμα
να σηκωθούμε λίγο ψηλότερα»
(Γιώργος Σεφέρης)
13.
14.
15.
16.
17.
18.
19.
20.
21.
22. Όταν σφίγγουν το χέρι ο ήλιος είναι βέβαιος για τον κόσμο,
όταν χαμογελάνε ένα μικρό χελιδόνι φεύγει μες απ’ τ’ άγρια γένια τους
όταν κοιμούνται δώδεκα άστρα πέφτουν απ’ τις άδειες τσέπες τους,
όταν σκοτώνονται η ζωή τραβάει την ανηφόρα
με σημαίες και με ταμπούρλα
Γιάννης Ρίτσος, Ρωμιοσύνη
23.
24.
25.
26.
27.
28. «Χειροκροτήστε δεν θα μας χτυπήσουν φίλοι!»
Κόντρα στα πρόσωπα οι μπούκες σιωπηλές,
Χειροκροτήστε, είμαστε άοπλοι και χίλιοι,
Κόντρα σε κείνη τη φωνή κάννες στητές.
Κ. Μητροπούλου
29.
30. «Αυτά τα κόκκινα σημάδια
στους τοίχους
μπορεί νάναι κι από αίμα
όλο το κόκκινο στις μέρες μας
είναι αίμα»
Γιάννης Ρίτσος
38. Φίλοι ακούστε! Μη χειροκροτάτε πια,
μαζί με τα νεκρά παιδιά, πεθαίνει η λευτεριά.
39. Συνέντευξη του οδηγού του τανκς
ΝΤΡΕΠΟΜΑΙ ΓΙ' AYTO ΠΟΥ HMOYN, ΓΙ' AYTO
ΠΟΥ EKANA.
Τότε αισθανόμουν ότι έκανα κάτι καλό, κάτι
μεγάλο. Στους "μαυροσκούφηδες", στο Γουδί,
είχα γίνει ο ήρωας που διέλυσε τους εχθρούς
της πατρίδας, όπως λέγαμε τότε τους
φοιτητές. Αυτά μου έλεγαν, αυτά πίστευα. Τι
περιμένεις!.. Ούτε μια εφημερίδα δεν είχα
διαβάσει μέχρι τότε. Είχα γίνει και εγώ
φασίστας. Μέχρι που μπήκα μέσα, πίστευα
αυτό που έκανα. Στη συνέχεια έγινε ο
εφιάλτης της ζωής μου».
40. Ήταν πρωί τ’ Αυγούστου κοντά στη ροδαυγή
Βγήκα να πάρω αέρα στην ανθισμένη γη.
Βλέπω μια κόρη κλαίει σπαραχτικά θρηνεί
Σπάσε καρδιά μου εχάθη το γελαστό παιδί.
Είχεν αντρειά και θάρρος κι αιώνια θα θρηνώ
Το πηδηχτό του βήμα το γέλιο το γλυκό.
Ανάθεμα την ώρα κατάρα τη στιγμή
Σκοτώσαν οι εχθροί μας το γελαστό παιδί.
Ω, να ‘ταν σκοτωμένο στου αρχηγού το πλάι
Και μόνον από βόλι Εγγλέζου να ‘χε πάει.
Κι από απεργία πείνας μέσα στη φυλακή
Θα ‘ταν τιμή μου που ‘χασα το γελαστό παιδί.
Βασιλικιά μου αγάπη, μ’ αγάπη θα στο λέω
Για τ’ ό,τι έκανες αιώνια θα σε κλαίω.
Γιατί όλους τους εχθρούς μας θα ξέκανες εσύ
Δόξα τιμή στ’ αξέχαστο, το γελαστό παιδί.
Βασιλικιά μου αγάπη, μ’ αγάπη θα στο λέω
Για τ’ ό,τι έκανες αιώνια θα σε κλαίω.
Γιατί όλους τους εχθρούς μας θα ξέκανες εσύ
Δόξα τιμή στ’ αξέχαστο, το γελαστό παιδί.
41.
42.
43.
44. Αρνιέμαι αρνιέμαι αρνιέμαι
οι άλλοι να βαστάνε τα σκοινιά
αρνιέμαι να με κάνουν ό,τι θένε
αρνιέμαι να πνιγώ στην καταχνιά.
Αρνιέμαι αρνιέμαι αρνιέμαι
να είσαι συ και να μην είμαι εγώ
που τη δική μου μοίρα διαφεντεύεις
με τη δική μου γη και το νερό.
Αρνιέμαι αρνιέμαι αρνιέμαι
να βλέπω πια το δρόμο μου κλειστό
αρνιέμαι να 'χω σκέψη που σωπαίνει
να περιμένει μάταια τον καιρό.