4. Εορτές στο Βυζάντιο
Τα Δημήτρια είναι πολιτιστικός θεσμός της Θεσσαλονίκης, προερχόμενος από την αρχαιότατη
εμποροπανήγυρη με το ίδιο όνομα. Οι εκδηλώσεις πραγματοποιούνται κατά τους μήνες Σεπτέμβριο
και Οκτώβριο. Ο θεσμός έχει την προέλευσή του στην παράδοση να ανταλλάσσονται τα προϊόντα
της ενδοχώρας με τα θαλασσινά προϊόντα, κατά την εποχή του Βυζαντίου και συγκεκριμένα από τον
10ο αιώνα μ.Χ. Ονομάζονταν «Δημήτρια» διότι πραγματοποιούνταν κατά τις ημέρες εορτασμού της
μνήμης του πολιούχου της Θεσσαλονίκης Αγίου Δημητρίου. Η πανήγυρη με την ονομασία αυτή
άκμασε τον 14ο αιώνα, τον επονομαζόμενο και "χρυσό αιώνα" της Θεσσαλονίκης.
5. Εορτές στο Βυζάντιο
. Αρχικά η γιορτή αυτή είχε κυρίως θρησκευτικό και εμπορικό χαρακτήρα.
Παράλληλα όμως ο λαός της πόλης κατά τα «Δημήτρια» έβρισκε πολλές
διασκεδάσεις και ευκαιρίες ψυχαγωγίας με σχοινοβάτες, γελωτοποιούς,
μίμους και θεατρίνους οι οποίοι γύριζαν τις αγορές και τις γειτονιές. Επίσης
κατά τη γιορτή, σύμφωνα με τις πηγές, παρουσιάζονταν θεατρικά έργα του
αρχαιοελληνικού δραματολογίου καθώς και διαλέξεις φιλοσόφων και
λογίων. Η ακμή αυτή επιβραδύνθηκε ιδιαίτερα από την πολιορκία των
Οθωμανών, από το 1422 έως και το 1430, χρονιά άλωσης της πόλης.
6. Εορτές στο Βυζάντιο
• Χριστούγεννα: Ο αυτοκράτορας στο ρόλο του σαν αντιπρόσωπος του Χριστού είχε να εκπληρώσει
ειδικά καθήκοντα κατά τις μεγάλες θρησκευτικές εορτές που πάντα γιορτάζονταν με ιδιαίτερο
πρόγραμμα. Μέχρι το 10ο αιώνα, όποτε και καθορίστηκε η ημερομηνία των Χριστουγέννων, ήταν
παράδοση να οργανώνουν δημόσια γιορτή στις 25 Δεκεμβρίου προς τιμήν του θεού Ήλιου. Κατά τη
διάρκεια του εορτασμού ο αυτοκράτορας εκπροσωπεύοντας τον θεό Ήλιο, έπαιζε μια παραδοσιακή
παντομίμα. Εμφανιζόταν με φωτοστέφανο στο κεφάλι δηλαδή με το αρχικό έμβλημα του θεού Ήλιου.
Η γέννηση του Χριστού μέχρι τότε γιορτάζονταν στις 6 Ιανουαρίου. Εκείνη τη μέρα σε μια από τις
αίθουσες ακρόασης του μεγάλου παλατιού, μπροστά σε συγκέντρωση επίσημων, ο αυτοκράτορας
έδινε στους αξιωματούχους που είχαν πρόσφατα ανακηρυχθεί ή προαχθεί, τα διπλώματά τους, τα
διακριτικά τους και εγχάρακτες πλάκες από ελεφαντόδοντο όμοιες με εκείνες που σήμερα είναι
γνωστές ως υπατικά δίπτυχα. Οι αξιωματούχοι προπαρασκευάζονταν για την τελετή αυτή με νηστεία
από την προηγούμενη μέρα, έπαιρναν δε τα διπλώματά τους από τον αυτοκράτορα γονατίζοντας
μπροστά του
7. • Πάσχα: Η Ανάσταση του Χριστού ήταν η μεγαλύτερη γιορτή στο Βυζάντιο. Εορταζόταν επί μία
εβδομάδα συνεχώς και περιελάμβανε και ειδικές μεγαλειώδεις τελετές στην Κωνσταντινούπολη
από τους αυτοκράτορες.Στη διάρκεια της Σαρακοστής οι Βυζαντινοί πρόγονοί μας φρόντιζαν να
καλλωπίζουν τα σπίτια τους σε χωριά και πόλεις. Ασβέστωναν ή έβαφαν με διάφορα χρώματα
τους τοίχους των σπιτιών. Καθάριζαν τα δάπεδα και τα έστρωναν με κλαδιά δάφνης, μυρτιάς,
δενδρολίβανου και φύλλα λεμονιάς.
Οι Βυζαντινοί, εκτός από τον καλλωπισμό των σπιτιών, φρόντιζαν να γιορτάσουν την Ανάσταση
πάντοτε με καινούργια ρούχα.
Το βράδυ της Μεγάλου Σαββάτου και την Κυριακή του Πάσχα οι Βυζαντινοί φωταγωγούσαν όχι
μόνο τις πόλεις και τα χωριά αλλά και τα σπίτια τους, δίνοντας μεγαλειώδεις διαστάσεις στον
αναστάσιμο εορτασμό.Το Πάσχα στη βυζαντινή εποχή εορταζόταν ολόκληρη εβδομάδα, μέχρι
την Κυριακή του Θωμά. Σύμφωνα με Βυζαντινούς συγγραφείς όλη η εβδομάδα μετά την
Ανάσταση λογίζεται ως μία «Κυριώνυμος ημέρα». Η αντίληψη αυτή διατηρήθηκε και μετά την
Άλωση της Πόλης, στα χρόνια της σκλαβιάς. Η πασχαλινή εβδομάδα ονομάστηκε από τον λαό
Λαμπρόσκολα. Στην Κέρκυρα μάλιστα το πασχαλινό τραπέζι μένει στρωμένο συνεχώς μέχρι την
Κυριακή του Θωμά.
9. Τα σκεύη ήταν ξύλινα, πήλινα ή, στα πλουσιότερα σπίτια, μεταλλικά. Οι περισσότεροι
έτρωγαν με τα χέρια, ή κουτάλια και μαχαίρια, ενώ τα «περόνια» (τα δικά μας πιρούνια)
κάνουν την εμφάνισή τους τον 10ο αιώνα… Μετά το δείπνο, έπλεναν τα χέρια τους σε ειδικό
σκεύος, το χερνιβόξεστο και τα σκούπιζαν με τα «χειρόμακτρα», όπως λέγονταν οι πετσέτες
για τα χέρια. Στη διατροφή των Βυζαντινών βασικό ρόλο είχαν το ψωμί, τα λαχανικά, τα
όσπρια και τα δημητριακά, που τα μαγείρευαν με διάφορους τρόπους. Ο πιο συνηθισμένος
τρόπος μαγειρείας ήταν το βράσιμο, όπως ειρωνικά μας αφήνει να καταλάβουμε και η
βυζαντινή παροιμία "αργώ μαγείρω πάντα έκζεστα", δηλαδή "ο τεμπέλης μάγειρας όλα τα
μαγειρεύει βραστά".
Οι Βυζαντινοί έτρωγαν επίσης πουλερικά, που υπήρχαν σχεδόν σε κάθε σπίτι, καθώς και
αυγά, με τα οποία έφτιαχναν τα περίφημα σφουγγάτα, τις γνωστές μας ομελέττες, που
αναφέρονται και από τον Θεόδωρο Πρόδρομο. Από το γάλα έφτιαχναν τυριά όπως το
ανθότυρο, το βλάχικο και το κεφαλίτζιν
Η διατροφή στο Βυζάντιο
10. Κρέας εξασφάλιζαν και με το κυνήγι, αγαπημένη απασχόληση των ανδρών που τους παρείχε
συνάμα ευκαιρίες για προσωπική διάκριση. Κυνηγούσαν με σκυλιά και γεράκια. Δεν περιφρονούσαν
όμως και άλλες μεθόδους όπως τις παγίδες, τα δίχτυα και τις ιξόβεργες.
Τα μεγαλύτερα ζώα αποτελούσαν ακριβότερη και λιγότερο διαδεδομένη τροφή. Τα χοιροσφάγια, που
γίνονταν κάθε χειμώνα, προμήθευαν την οικογένεια με τα λουκάνικα, τα παστά και το μαγειρικό λίπος
όλης της χρονιάς. Το αρνί ήταν προσιτό μόνο στα πιο ευκατάστατα νοικοκυριά. Σπανιότερα έτρωγαν οι
Βυζαντινοί τα βοοειδή, μια και τα χρησιμοποιούσαν κυρίως για την καλλιέργεια των χωραφιών.
Αγαπούσαν επίσης τα κάθε λογής ψάρια, φρέσκα ή παστά, και τα θαλασσινά.
Τα διάφορα κρασιά, για τα οποία φημιζόταν η Μακεδονία, καθώς και τα φρούτα, συνόδευαν τα
τραπεζώματά τους μαζί με μελωμένα και σιροπιαστά γλυκά.
Τα γεύματα μπορούσαν να είναι απλά αλλά και εξαιρετικά πολύπλοκα και πλούσια, ανάλογα με την
οικονομική κατάσταση κάθε οικογένειας. Εξάλλου, όπως και οι ίδιοι έλεγαν, καταλαβαίνει κανείς "από
του γεύματος τον πίθον".
Η διατροφή στο Βυζάντιο
12. Βυζαντινή παιδεία
Οι Βυζαντινοί έδιναν μεγάλη σημασία στην εκπαίδευση αν και η παιδεία δεν ήταν υποχρεωτική
ή κρατική. Το βυζαντινό εκπαιδευτικό σύστημα, συνεχίζοντας την ελληνιστική παράδοση είχε
δύο κύκλους σπουδών, του γραμματιστή και του γραμματικού. Στον πρώτο κύκλο φοιτούσαν
από την ηλικία των έξι χρονών και στον δεύτερο από την ηλικία των δώδεκα.Με βάση τις
περιορισμένες πληροφορίες που είναι διαθέσιμες, στους δύο αυτούς κύκλους της εκπαίδευσης
φοιτούσαν τα παιδιά των οποίων οι γονείς μπορούσαν να την πληρώσουν εξού και γιατί
αφορούσαν κυρίως παιδιά μεσαίων και ανώτερων κοινωνικών στρωμμάτων. Ενώ υπάρχει
πληθώρα καλλιεργημένων ανθρώπων στις ανώτερες τάξεις, η εκπαίδευση των αγροτικών ή
φτωχών οικογενειών φαίνεται πως ήταν από υποτυπώδης έως ανύπαρκτη —πολλοί δεν
γνώριζαν ούτε καν ανάγνωση ή γραφή. Αν και είναι δύσκολο να μετρηθούν τα ποσοστά
εγγράμματων/αγράμματων, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία φέρεται να είχε μεγαλύτερο ποσοστό
εγγράμματων και από την πρότερη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία αλλά και από τις ελληνικές πόλεις
κράτη της αρχαιότητας ενώ παρέμεινε το πιο εγγράμματο κράτος στην ιστορία εώς και την
εμφάνιση των κρατικών συστημάτων παιδείας στην Ευρώπη του 19ου αιώνα. Αξιοσημείωτο
είναι ότι η εμφάνιση των μοναστικών κοινοβίων, έδωσε τη δυνατότητα σε όσους γίνονταν
μοναχοί να λάβουν τη βασική εγκύκλιο παιδεία με σκοπό την βαθύτερη μελέτη των ιερών
κειμένων. Όπως είναι φυσικό, η κοινωνική τάξη των γονέων, η οικονομική ευρωστία τους και η
διαμονή σε κάποιο αστικό κέντρο ή στην επαρχία έπαιζε επίσης ρόλο στην παιδεία που
λάμβαναν οι μαθητές. Οι πρίγκιπες λάμβαναν ξεχωριστή μόρφωση, η οποία συνδέεται με τα
ιδιαίτερα καθήκοντα που θα εξασκούσαν ως αυτοκράτορες αλλά και με την κυρίαρχη ιδεολογία
της εποχής.
13. Από τον 5ο αιώνα, πέρα από τα βασικά σχολεία λειτουργούσαν και μερικές ανώτερες σχολές
όπως το Πανδιδακτήριο το οποίο ιδρύθηκε στην Κωνσταντινούπολη από τον αυτοκράτορα
Θεοδόσιο Β’.Το 7ο αιώνα ο αυτοκράτορας Ηράκλειος και ο πατριάρχης Σέργιος ίδρυσαν τις
πρώτες εκκλησιαστικές σχολές στην Πόλη. Σκοπός τους ήταν να εκπαιδεύσουν τους μαθητές
τους, ώστε να γίνουν μέλη της εκκλησίας ακολουθώντας τις θρησκευτικές τους υποχρεώσεις,
διδάσκοντας από μικρή ηλικία στα παιδιά τα Ιερά Γράμματα κι έχοντας ως βάση τη θρησκευτική
διαπαιδαγώγηση. Η Πολιτεία απ’ την άλλη μεριά, ενδιαφέρθηκε περισσότερο για τη
«δευτεροβάθμια» εκπαίδευση απ’ όπου θα έβγαιναν καταρτισμένα στελέχη για να υπηρετήσουν
τις ανάγκες της διοίκησης του κράτους. Ωστόσο, η Εκκλησία ασκούσε με πολλούς τρόπους, όχι
μόνο κατά τη διάρκεια των πρώτων αιώνων αλλά και πολύ αργότερα, τον σημαντικό της ρόλο σ’
όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης.Κατά τον 9ο αιώνα και ειδικότερα όταν ήταν αυτοκράτορας ο
Μιχαήλ Γ’ και καίσαρ ο ικανότατος θείος του Καίσαρ Βάρδας, έγιναν μερικά σημαντικά άλματα
στην εκπαίδευση. Αρχικά, μεγάλο επίτευγμα ήταν η ίδρυση της ανώτερης σχολής της Μαγναύρα,
την οποία ανέλαβε ο Λέων ο Φιλόσοφος ή Μαθηματικός, διάσημος πολυμαθής επιστήμονας της
εποχής. Επίσης την ίδια εποχή λειτουργούσε η Πατριαρχική Σχολή στην Κωνσταντινούπολη.Κατά
την περίοδο της δυναστείας των Παλαιολόγων, ακόμη περισσότεροι ιστορικοί, συγγραφείς και
δάσκαλοι μελέτησαν τα αρχαία ελληνικά κείμενα. Πολλοί από αυτούς προσκλήθηκαν και
μετεγκαταστάθηκαν, ακόμη και μόνιμα, στη Δύση όπου ασχολήθηκαν με την διάδοση των
Ελληνικών Γραμμάτων εκεί.
Βυζαντινή παιδεία
15. ΙΑΤΡΙΚΗ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
Η επιστήμη της Ιατρικής εφαρμόστηκε και αναπτύχθηκε στις μεγάλες πόλεις της
αυτοκρατορίας από σπουδαίους γιατρούς, ενώ ταυτόχρονα γράφτηκαν πολλές μελέτες
για τα μέσα που είναι κατάλληλα για τη θεραπεία των ασθενών και την φαρμακολογία,
τόσο κατά την Ύστερη Αρχαιότητα όσο και κατά το μέσο και ύστερο Βυζάντιο. Τα έργα
των μεγάλων Ελλήνων ιατρών, Ιπποκράτη και Γαληνού αποτέλεσαν τα θεμέλια της
βυζαντινής ιατρικής, η οποία εξελίχθηκε περαιτέρω και εμπλουτίστηκε.
Μεγάλη είναι η συνεισφορά του Βυζαντίου, όχι μόνο στη θεωρία της ιατρικής, αλλά και
στη βοτανική και στη φαρμακολογία, καθώς και τη χειρουργική. Χαρακτηριστικά, έχουν
καταγραφτεί περίπου 700 ουσίες από φυτά, ζώα ή ορυκτά, από τα οποία μπορούν να
παρασκευαστούν φάρμακα, και πάνω από 200 είδη χειρουργικών εργαλείων.
Τα νοσοκομεία, όπως γνωρίζουμε από αναφορές σε κείμενα, ήταν φιλανθρωπικά
ιδρύματα που λειτουργούσαν με τον έλεγχο της Εκκλησίας. Σε πρώιμους αιώνες
ονομάζονταν καταγώγια ή ξενώνες και φαίνεται ότι ήταν ξενοδοχεία, στα οποία οι
ταξιδιώτες, όταν αρρώσταιναν, λάμβαναν μια πρόχειρη θεραπεία. Από τον 6ο αιώνα και
μετά έγιναν χώροι αποκλειστικά για νοσηλεία.
16. ΙΑΤΡΙΚΗ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
Στην Κωνσταντινούπολη, τον 10ο αιώνα σημαντικά νοσοκομεία ήταν του αγίου Σαμψών και του
Ευβούλου, που είχαν ιατρούς και νοσηλευτές, καθώς και βοηθητικό προσωπικό. Το σημαντικότερο, όμως,
νοσοκομείο της πρωτεύουσας ήταν αυτό που ίδρυσε ο αυτοκράτορας Ιωάννης Β’ Κομνηνός στη μονή
Παντοκράτορος το 1136. Συγκεκριμένα, ήταν ίδρυμα που περιλάμβανε γηροκομείο, λεπροκομείο και
ξενώνα (νοσοκομείο) με εξωτερικά ιατρεία και πενήντα κλίνες κατανεμημένες σε πέντε τμήματα:
χειρουργικό, οφθαλμολογικό, γαστρεντερολογικό, γυναικολογικό, παθολογικό. Το προσωπικό το
αποτελούσαν γιατροί, εκπαιδευόμενοι και βοηθοί, μια ιατρός για τις γυναίκες, μαίες και νοσηλευτές, ενώ
υπήρχαν επίσης και φαρμακοποιοί, μάγειροι, αρτοποιοί, πλύστρες και καθαριστές, υπηρέτες και θυρωροί.
Λειτουργούσαν επίσης αποχωρητήρια, λουτρό, φαρμακείο, χώροι για τους ιατρούς, εργαστήρια και
βοηθητικοί χώροι για το προσωπικό.
Η Ιατρική στο Βυζάντιο αποδεικνύεται ότι ήταν υψηλού επιπέδου από τις περίπλοκες τεχνικές κατασκευής
των φαρμάκων, τα εργαλεία χειρουργικής, τις ειδικότητες που αναπτύχθηκαν (οφθαλμιατρική,
γυναικολογία και μαιευτική, δερματολογία, οδοντιατρική, καρδιολογία, ορθοπεδική), καθώς και από τους
εργαστηριακούς ελέγχους. Η πρόσφατη έρευνα επισημαίνει ότι κυρίως οι πλούσιοι πήγαιναν σε νοσοκομεία
ή σε ιδιώτες γιατρούς, ενώ όσοι ήταν φτωχότεροι, κατέφευγαν κατά κανόνα σε ναούς αγίων που
φημίζονταν ότι είχαν θεραπευτικές ικανότητες, όπου διέμεναν με την ελπίδα ότι θα γινόταν κάποιο θαύμα.
Επίσης, ήταν συχνά φαινόμενα η χρήση μαγικών φυλακτών για την προφύλαξη ή τη θεραπεία από
αρρώστιες και η χρησιμοποίηση της αστρολογίας και των ωροσκοπίων για τη διάγνωση ασθενειών ή την
πρόβλεψη της υγείας.
18. Η γέννηση ενός παιδιού, όπως είναι φυσικό, έφερνε χαρά στη βυζαντινή οικογένεια, ιδιαίτερα στην περίπτωση που ήταν
αγόρι, και ολοκλήρωνε το γάμο του ζευγαριού. Χαρακτηριστικό είναι ότι όταν ένα ζευγάρι δεν μπορούσε να αποκτήσει
παιδιά αντιμετώπιζε το γεγονός ως αποτέλεσμα θείας τιμωρίας.
Η γέννα,ΑΝ και αποτελεί, ένα απόλυτα φυσιολογικό φαινόμενο έκρυβε αρκετούς κινδύνους εκείνη την εποχή τόσο για τις
γυναίκες όσο και για το παιδί. Ίσως για αυτό οι ετοιμόγεννες, λίγο πριν τη γέννα εξομολογούνταν και μεταλάβαιναν, ενώ
ταυτόχρονα ζητούσαν βοήθεια από μάντεις και αστρολόγους.
Οι γυναίκες γεννούσαν κατά κανόνα στο σπίτι τους με τη βοήθεια κάποιας μαίας. Μόνο όταν παρουσιαζόταν επιπλοκές
καλούσαν τον γιατρό για να προχωρήσει σε κάποια επέμβαση προκειμένου να σωθεί η ζωή της μητέρας ή του παιδιού.
Προκειμένου να διευκολυνθεί ο τοκετός οι γυναίκες γεννούσαν είτε ξαπλωμένες σε κρεβάτι, όπως δηλαδή συνηθίζεται στις
μέρες μας είτε καθιστές σε δίφρο , ή ακόμα και όρθιες στηριζόμενες στους ώμους γυναικών. Η αποκοπή του πλακούντα και
του ομφάλιου λώρου του βρέφους γινόταν από τη μαία, που αναλάμβανε ακόμα τον έλεγχο της σωματικής του ακεραιότητας
και των αισθήσεών του. Στη συνέχεια έπλενε το βρέφος σε χλιαρό αλατισμένο νερό και το τύλιγε με υφασμάτινες λωρίδες
(σπάργανα) για να κρατηθεί ζεστό και προστατευμένο.
Η περίοδος της λοχείας κατά τους βυζαντινούς χρόνους διαρκούσε επτά ημέρες. Μετά τη γέννηση η γυναίκα θωρούνταν
μολυσμένη και μόνο την τεσσαρακοστή ημέρα μετά τη γέννα καθάριζε πλήρως. Κατά τη διάρκεια της λοχείας για να τονωθεί
αλλά και για να παράγει αρκετό γάλα ακολουθούσε ειδική διατροφή, που περιλάμβανε πολλά υγρά, αυγά και το λεγόμενο
«λοχόζεμα», που κατά μία εκδοχή ήταν κρασί αναμεμειγμένο με ζάχαρη και κομμάτια κίτρου, ενώ κατά μία άλλη ήταν
ψημένο σιμιγδάλι με βούτυρο και μέλι.
ΓΕΝΝΗΣΗ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
19. Μετά τη γέννα οι επισκέπτες που συνηθίζονταν να έρχονται για να συγχαρούν το
ζευγάρι για την απόκτηση του παιδιού, μαζί με τις ευχές τους για ευτυχία και
μακροβιότητα στο νεογέννητο, προσέφεραν συνήθως και δώρα.
Αντίστοιχα έθιμα ίσχυαν και για τη γέννηση βασιλοπαίδων. Η είδηση της γέννησης
του διαδόχου μεταφερόταν από αγγελιοφόρους σε πολλές πόλεις του κράτους, με
τους υπηκόους να στέλνουν στην πρωτεύουσα τα δώρα και τις ευχές τους ανάλογα
με το φύλο του νεογέννητου. Με αφορμή το χαρμόσυνο γεγονός οργανώνονταν
συμπόσια, γιορτές αλλά και ιππικοί αγώνες, όπου αποκαλυπτόταν το όνομα του
διαδόχου. Οι γιορτές και οι διασκεδάσεις της βασιλικής οικογένειας και των υπηκόων
της σε περίπτωση γέννησης αγοριού μπορούσαν να διαρκέσουν έξι μήνες ή ακόμη
και ένα χρόνο.
ΓΕΝΝΗΣΗ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
21. ΟΝΟΜΑΤΟΔΟΣΙΑ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
Πολλά από τα έθιμα που υπήρχαν στη ζωή των Βυζαντινών ακολουθούσαν τον
κύκλο της ζωής, από τη γέννηση ως τον θάνατο, και ήταν στενά συνδεδεμένα με
τις θρησκευτικές παραδόσεις. Η γέννηση του παιδιού για μια οικογένεια στο
Βυζάντιο ήταν ένα χαρμόσυνο γεγονός που συμπλήρωνε το γάμο. Για τις γυναίκες,
που θεωρούνταν γενικά υπεύθυνες για τη γονιμότητα του ζευγαριού, ο γάμος και
η τεκνοποίηση ισοδυναμούσαν με την επιτέλεση της κοινωνικής τους αποστολής
και με καταξίωση. Μετά το πέρας της λοχείας οι επισκέπτες που έρχονταν να
συγχαρούν το ζευγάρι για την απόκτηση του παιδιού τους, εκτός από ευχές για
ευτυχία και μακροβιότητα, προσέφεραν και δώρα, φρούτα, καρπούς και
γλυκίσματα, ακόμη και νομίσματα, όταν είχαν καλή οικονομική κατάσταση. Η
γέννηση γιορταζόταν συνήθως λίγο μετά με συμπόσια, χορούς και τραγούδια, ενώ
και η γενέθλια μέρα γιορταζόταν με δώρα και καλέσματα. Κυρίως μετά τον 9ο
αιώνα αμέσως μετά τη γέννηση, οι γονείς συνήθως αναζητούσαν πληροφορίες για
το ωροσκόπιο και το μέλλον του παιδιού.
22. Σταδιακά, εξαιτίας του κινδύνου να πεθάνει κάποιο παιδί αβάπτιστο, καθιερώθηκε η
ηλικία των τριών ετών ως κατάλληλη για το βάπτισμα, ενώ από τον 6ο αιώνα
ορίστηκε ότι τα νήπια πρέπει να βαπτίζονται σαράντα μέρες από τη γέννησή τους,
όταν τελειώσει η περίοδος της λοχείας της μητέρας και να μπορεί να παρευρίσκεται
και εκείνη στο μυστήριο. Το μυστήριο της βάπτισης συνδυαζόταν και με τη διαδικασία
της ονοματοδοσίας.
ΟΝΟΜΑΤΟΔΟΣΙΑ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
Τη γέννηση ακολουθούσε η βάπτιση, η οποία στα πρώτα χρόνια
του Χριστιανισμού γινόταν όταν οι ενδιαφερόμενοι έφταναν σε
μεγάλη ηλικία, αφού προηγουμένως περνούσαν μια δοκιμαστική
περίοδο κατήχησης .
23. ΟΝΟΜΑΤΟΔΟΣΙΑ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
Αρχικά, οι γονείς προτιμούσαν να δίνουν στα παιδιά τους το όνομα των παππούδων, τα οποία
ήταν ονόματα από την αρχαιότητα (εθνικά). Οι ιεράρχες όμως της εκκλησίας ήδη από τον 4ο
αιώνα δεν το ενέκριναν και προέτρεπαν τους χριστιανούς να επιλέγουν ονόματα αγίων,
αποστόλων ή μαρτύρων, ή ακόμα ονόματα που προέρχονταν από γιορτές ή από αρετές.
Σημαντική θέση στη ζωή των Βυζαντινών κατείχε και ο γάμος, ο οποίος αποτελούσε τον
κορυφαίο θεσμό για τη ρύθμιση της συμβίωσης των δύο φύλων και τη νομιμοποίηση των
φυσικών απογόνων των συζύγων. Για την Εκκλησία ο γάμος ήταν μυστήριο, στο οποίο ο
άνδρας και η γυναίκα ευλογούνταν, ώστε να ζήσουν με ειρήνη και αμοιβαία αγάπη, κατ’
απομίμηση της ιερής ένωσης του Χριστού με την Εκκλησία. Με τον γάμο οι άνδρες
καταξιώνονταν, αφού πετύχαιναν τη συνέχιση της οικογένειάς τους, ενώ οι γυναίκες
εκπλήρωναν την κοινωνική τους αποστολή, τη γέννηση παιδιών. Στο Βυζάντιο η νόμιμη
ηλικία γάμου για ένα κορίτσι ήταν τα δώδεκα χρόνια, ενώ για ένα αγόρι τα δεκατέσσερα,
ηλικίες που σαφώς σχετίζονται με τη δυνατότητα τεκνοποίησης ή και με τη μεγάλη παιδική
και νεανική θνησιμότητα.
24. ΟΝΟΜΑΤΟΔΟΣΙΑ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
Οι γυναίκες δεν είχαν την ελευθερία να επιλέξουν τον σύζυγο που ήθελαν. Ο πατέρας, κατά
τα ρωμαϊκά ήθη, ήταν αυτός που αποφάσιζε για τον σύζυγο της κόρης του και χωρίς τη
συγκατάθεση του πατέρα δεν μπορούσε να πραγματοποιηθεί γάμος, σύμφωνα με την
ιουστινιάνεια νομοθεσία.
Από την άλλη, ο θάνατος στο Βυζάντιο, όπως και στην Αρχαιότητα, δεν σήμαινε το τέλος της
ζωής· ήταν απλά η θλιβερή στιγμή της μετάβασης από την επίγεια ζωή σε μιαν άλλη. Πολλά
από τα έθιμα της τελευτής και της ταφής στο Βυζάντιο ακολουθούνται μέχρι τις μέρες μας
στην Ορθόδοξη Ανατολή. Καλύτερος θάνατος θεωρούνταν αυτός που συνέβαινε στο σπίτι με
την οικογένεια συγκεντρωμένη γύρω από τον ετοιμοθάνατο, να του εκφράζει την αγάπη και
τη συγγνώμη της, να ακούει τις τελευταίες του επιθυμίες και να δέχεται τις ευχές του.
Σήμερα, ανασκαφές σε βυζαντινά κοιμητήρια αποκαλύπτουν πολλά έθιμα που σχετίζονται με
την ταφή, τον τρόπο εκφοράς του νεκρού, τα είδη τάφων, τα αντικείμενα που συνόδευαν
τους νεκρούς καθώς και τον τρόπο ενδυμασίας και την κόσμησή τους.
26. ΕΝΔΥΣΗ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
Τα ρούχα που φορούσαν οι Βυζαντινοί τα έχουμε όλοι δει σε εικόνες και τοιχογραφίες αγίων στις εκκλησίες.
Βέβαια, οι περισσότερες από τις σκηνές αυτές διηγούνται τη ζωή του Χριστού που έζησε πολύ πριν το
Βυζάντιο. Όμως, αφενός τις ζωγράφισαν άνθρωποι της Βυζαντινής εποχής (άρα είναι φυσικό να ζωγραφίζουν
φορεσιές της εποχής τους) και αφετέρου στα πρώτα βυζαντινά χρόνια οι ενδυμασίες δεν διέφεραν πολύ από
αυτές των Ρωμαίων. Βλέπουμε λοιπόν στις εικόνες τους άντρες με χιτώνες, σαν φουστάνια φαρδιά, με μια
ζώνη σφιχτά δεμένη στη μέση τους, που φτάνει σε άλλους μέχρι τα γόνατα και σε άλλους μέχρι κάτω στον
αστράγαλο. Το μήκος του χιτώνα εξαρτιόταν συχνά από την ασχολία του κάθε ανθρώπου. Έτσι, για
παράδειγμα ο άη Γιώργης που είναι πολεμιστής φοράει κοντό χιτώνα κάτω από τον μεταλλικό θώρακά του.
Κοντό, μονόχρωμο χιτώνα, δεμένο με ένα σκοινί στη μέση, φοράνε και άλλες φιγούρες στις εικόνες· είναι
απλοί άνθρωποι, αγρότες, που κάνουν διάφορες εργασίες και χρειάζονται άνετα ρούχα για να έχουν
ελευθερία κινήσεων. Αντίθετα, οι περισσότεροι άγιοι φοράνε, μακρύ χιτώνα (ποδήρη, δηλαδή μέχρι κάτω στα
άκρα των ποδιών), όπως φορούσαν οι Βυζαντινοί στις γιορτές ή όσοι ανήκαν σε ανώτερες κοινωνικές τάξεις ή
οι κληρικοί.
Χιτώνες φοράνε και οι γυναίκες, αλλά πάντα μακριούς, με επίσης μακριά, φαρδιά μανίκια που καλύπτουν
τελείως τα χέρια, μια και την εποχή εκείνη η γυναίκα έπρεπε να κρύβει το σώμα της, αλλιώς θα τη θεωρούσαν
«ανήθικη».
Πάνω από τον χιτώνα φοράνε άλλα πρόσθετα κομμάτια ύφασμα που είτε πέφτουν ελεύθερα επάνω τους,
όπως είναι ο μανδύας που στηρίζεται στους ώμους και στερεώνεται μπροστά με μια καρφίτσα (πόρπη), είτε
είναι σαν μακρύ γιλέκο, είτε σαν παλτό. Οι γυναίκες ρίχνουν επάνω τους εσάρπες και μακριές μαντήλες που
πάντα καλύπτουν και το κεφάλι τους. Πολύ λίγες γυναικείες μορφές είναι είναι με γυμνό κεφάλι («ασκεπείς»)
και λυτά μαλλιά, όπως είναι η Μαρία η Μαγδαληνή.
27. ΓΑΜΟΣ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
Ο γάμος στο Βυζάντιο ήταν πολύ
σημαντικός: με τον γάμο ρυθμίζονταν
θέματα που είχαν σχέση με τη
συμβίωση του ζευγαριού, καθώς και την
νομιμοποίηση των απογόνων τους.
Επίσης, είχε μεγάλη κοινωνική αξία: με
τον γάμο ο άνδρας εκπλήρωνε τον ρόλο
του, που ήταν η συνέχιση της
οικογένειας, και η γυναίκα τον σκοπό
της που ήταν η μητρότητα. Για αυτούς
τους λόγους η Εκκλησία ευλογούσε την
ένωση του ζευγαριού.
28. ΓΑΜΟΣ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
• Όταν μια κοπέλα ή ένας άντρας έφταναν στην κατάλληλη ηλικία,
τούς γίνονταν προτάσεις γάμου μέσω προξενιού, δηλαδή τις έκανε
κάποιος άλλος, άντρας ή γυναίκα (προξενητής, προξενήτρα ή
κουρκουσούρα) μεγαλύτερης ηλικίας που ήταν γνωστός και τον
εκτιμούσαν. Αυτός έκανε την προσέγγιση, μιλούσε επαινετικά για
αυτούς που προξένευε, έλεγε πόσο καλοί ήταν, πόσο όμορφοι, πόσο
καλή ήταν η οικογένειά τους, έλεγε πόσο θα ήταν ταιριαστό ζευγάρι,
και βέβαια συζητούσε και το ποσό της προίκας που θα έπαιρνε ο
γαμπρός ή θα έδινε η νύφη. Για αυτές του τις προσπάθειες ο
προξενητής αμειβόταν.
29. ΓΑΜΟΣ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
• Στους πρώτους χρόνους του
Χριστιανισμού ο γάμος ήταν
αποκλειστικά πολιτικός. Μπορούσε
κάποιος να κάνει και θρησκευτικό, αλλά
αυτός δεν αναγνωριζόταν από την
πολιτεία. Μετά τον 9ο αιώνα, με
νομοθεσία (Νεαρά) του Λέοντα του
Σοφού , καθιερώθηκε ότι νόμιμος ήταν
μόνο ο θρησκευτικός γάμος.
30. ΓΑΜΟΣ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
• Για να πραγματοποιηθεί ένας γάμος υπήρχαν κάποιοι περιορισμοί. Κατ’
αρχάς, το βυζαντινό δίκαιο όριζε ότι η γυναίκα έπρεπε να είναι πάνω από
δώδεκα χρονών και ο άντρας δεκατεσσάρων (ηλικίες που μπορούν να
κάνουν παιδιά). Όμως, πολλοί γονείς παντρεύανε τα παιδιά τους και
μικρότερα, ιδίως τα κορίτσια, για να τα αποκαταστήσουν γρηγορότερα.
Δεν ήταν σπάνιες οι περιπτώσεις που υπήρχε μεγάλη διαφορά ηλικίας
ανάμεσα στον άντρα και τη γυναίκα, κυρίως σε φτωχικές οικογένειες που
ένας πλούσιος γάμος θα έδινε λύση στο πρόβλημά τους. Οι διαφορές
αυτές ηλικίας μπορεί να ήταν και σκανδαλώδεις και παρά τις
απαγορεύσεις της Εκκλησίας που όριζαν να μην παντρεύονται οι άντρες
άνω των εβδομήντα χρονών και οι γυναίκες άνω των εξήντα, τέτοιοι γάμοι
συνέχιζαν να γίνονται.
31. Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
• Η θέση της γυναίκας που ήταν περιορισμένη στο σπίτι, καθώς και η
δομή της οικογένειας που αναγνώριζε τον πατέρα ως απόλυτο
ρυθμιστή των ζητημάτων της οικογένειας –πάτερ φαμίλιας, όπως
στη Ρωμαϊκή εποχή– είχαν ως αποτέλεσμα η γυναίκα να μην
αποφασίζει ποιον άντρα θα παντρευτεί. Μάλιστα, υπήρχε και
σχετική νομοθεσία του Ιουστινιανού , σύμφωνα με την οποία εάν
δεν υπήρχε σύμφωνη γνώμη του πατέρα δεν μπορούσε να γίνει
γάμος, εκτός εάν η κοπέλα ήταν πάνω από είκοσι πέντε χρονών και
δεν είχε ξαναπαντρευτεί. Η γνώμη της μητέρας δεν λαμβανόταν
υπόψη, εκτός από μια μικρή περίοδο, που ίσχυσε μια σχετική
νομοθεσία των Ισαύρων σύμφωνα με την οποία έπρεπε να δώσουν
και οι δύο γονείς τη συγκατάθεσή τους. Η μόνη περίπτωση που η
κοπέλα μπορούσε να εναντιωθεί στη θέληση του πατέρα της στην
επιλογή συζύγου ήταν αν αυτό ήταν ανήθικος και βάναυσος.
32. ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
• Η αυστηρή βυζαντινή κοινωνία δεν
ενθάρρυνε τις ψυχαγωγικές
εκδηλώσεις. Τα πατερικά κείμενα
διδάσκουν ότι οι άνθρωποι πρέπει να
ζουν σύμφωνα με τις χριστιανικές
διδαχές και να μην παρεκτρέπονται σε
εκδηλώσεις άσεμνες, όπως ο χορός
και το θέατρο. Η συχνή επανάληψη
των συμβουλών και των
απαγορεύσεων αυτών αποτελεί
μάλλον ένδειξη ότι πολλές από αυτές
δεν εφαρμόζονταν.
33. ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
• Όλοι οι βυζαντινοί αγαπούσαν τις διασκεδάσεις. Θρησκευτικές γιορτές,
γενέθλια, επέτειοι και σημαντικά κρατικά γεγονότα πρόσφεραν αφορμές
για γλέντι. Ο Ευστάθιος Θεσσαλονίκης μιλάει για το Συρτό και τον
Αντικριστό χορό: "κατ' ορθόν δι' αλλήλων έθεον".
• Άφθονα καπηλειά, μαγειρεία και μιμαρεία -δηλαδή λαϊκά θέατρα όπου
εμφανίζονταν ακροβάτες και θαυματοποιοί ή παρουσιάζονταν
αυτοσχέδιες, συνήθως προκλητικές, σατιρικές παραστάσεις- διασκέδαζαν
τα βράδια τους άντρες της λαϊκής τάξης. Δεν ήταν βέβαια ευπρεπές να
συχνάζει κανείς σε τέτοια μέρη. Οι μοναχοί καθαιρούνταν και όσες
γυναίκες δούλευαν εκεί θεωρούνταν κοινές.
34. ΕΙΔΗ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
• Οι βυζαντινοί αγρότες χρησιμοποιούσαν για την καλλιέργεια της γης τα ίδια πρωτόγονα
εργαλεία που ήταν σε χρήση και στην ύστερη αρχαιότητα. Οι πληροφορίες μας για το σχήμα,
το μέγεθος, το υλικό και τη χρήση τους είναι περιορισμένες και προέρχονται από τα λίγα
ανασκαφικά ευρήματα, τις παραστάσεις των αντικειμένων σε διάφορα έργα τέχνης και
κυρίως από τις γραπτές πηγές, όπως είναι ο Νόμος Γεωργικός, τα Γεωργικά, τα Γεωπονικά, Βίοι
αγίων και διάφορα άλλα θρησκευτικά και μη κείμενα. Τα τελευταία χρόνια οι γνώσεις μας για
το θέμα αυτό έχουν πολλαπλασιαστεί χάρη στη μελέτη εικονογραφημένων χειρογράφων του
13ου και 14ου αιώνα, που περιέχουν το έργο του Ησιόδου "Εργα καί Ήμέραι. Στους κώδικες
αυτούς απεικονίζονται σκαριφήματα αγροτικών εργαλείων που συνοδεύονται από επιγραφές
με τα ονόματα τους (Εικ. 1,2).
35. ΕΠΙΛΟΓΗ ΣΥΝΤΡΟΦΟΥ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
• Ο γάμος αποτελούσε στο Βυζάντιο κορυφαίο θεσμό για
τη ρύθμιση της συμβίωσης των δύο φύλων και τη
νομιμοποίηση των φυσικών απογόνων των συζύγων.
Για την Εκκλησία ο γάμος ήταν μυστήριο, στο οποίο ο
άνδρας και η γυναίκα ευλογούνταν, ώστε να ζήσουν με
ειρήνη και αμοιβαία αγάπη, κατ’ απομίμηση της ιερής
ένωσης του Χριστού με την Εκκλησία. Με τον γάμο οι
άνδρες καταξιώνονταν, αφού πετύχαιναν τη συνέχιση
της οικογένειάς τους, ενώ οι γυναίκες εκπλήρωναν την
κοινωνική τους αποστολή, τη γέννηση παιδιών.
36. ΘΑΝΑΤΟΣ – ΤΑΦΗ- ΤΑΦΙΚΑ ΕΘΙΜΑ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
• Για τους Χριστιανούς ο θάνατος είναι το πέρασμα του ανθρώπου από την
επίγεια ζωή στην άλλη ζωή, την αιώνια. Πολλά έθιμα που σχετίζονταν με τον
θάνατο και την ταφή στη βυζαντινή περίοδο κατάγονται από την ελληνορωμαϊκή
αρχαιότητα, και ορισμένα έχουν διατηρηθεί μέχρι τις μέρες μας, στην Ορθόδοξη
Ανατολή.
• Καλύτερος θάνατος θεωρούνταν αυτός που έβρισκε τον άνθρωπο στο σπίτι του,
με την οικογένεια συγκεντρωμένη γύρω του, να του εκφράζει την αγάπη και τη
συγγνώμη της, να ακούει τις τελευταίες του επιθυμίες και να δέχεται τις ευχές
του (όπως πεθαίνει ο Διγενής Ακρίτας). Σε πολλές περιπτώσεις, λίγο πριν
πεθάνει, ο ετοιμοθάνατος έκανε τη διαθήκη του σε συμβολαιογράφο και
καλούσε ιερέα για την τελευταία του εξομολόγηση και μετάληψη. Γενικά, οι
άνθρωποι πέθαιναν πολύ νεότεροι, σε σχέση με την εποχή μας, και μάλιστα από
τους πολλούς επικήδειους λόγους που έχουν διασωθεί μέχρι τις μέρες μας,
φαίνεται ότι πέθαιναν πολλά παιδιά και νέοι.
37. ΘΑΝΑΤΟΣ – ΤΑΦΗ- ΤΑΦΙΚΑ ΕΘΙΜΑ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
• Όταν ο άνθρωπος πέθαινε του έκλειναν τα μάτια και
έπλεναν το σώμα του με νερό και κρασί. Στη
συνέχεια τύλιγαν τον νεκρό με λευκές υφασμάτινες
ταινίες ή με ένα λευκό σεντόνι, δηλαδή τον
σαβάνωναν, όπως στα πρώτα χρόνια της
Ρωμαιοκρατίας, ή τον έντυναν με τα καλά τους
ρούχα, τα γιορτινά, ανάλογα την κοινωνική και
οικονομική τους κατάσταση. Υπήρξαν και
περιπτώσεις κατά τις οποίες στο στόμα του νεκρού
τοποθετούσαν ένα νόμισμα, τη δανάκη, για να
πληρώσει με αυτό το πέρασμά του στον άλλον
κόσμο. Έπειτα, έβαζαν τον νεκρό μέσα σε ένα
φέρετρο ή κάπου ψηλά (πχ. σε ένα τραπέζι ή σε ένα
κρεβάτι, με το κεφάλι του προς τη Δύση. Του
σταύρωναν τα χέρια στο στήθος ή στην κοιλιά, και
του έδιναν να κρατάει ένα εικόνισμα. Στόλιζαν το
νεκροκρέβατο με κλαδιά από δέντρα και βότανα,
όπως και στην αρχαιότητα. Οι αρχιερείς φορούσαν
όλα τους τα άμφια, ενώ οι ιερωμένοι ή οι μοναχοί
τυλίγονταν στο μαύρο ράσο τους και κρατούσαν στα
χέρια τους το Ευαγγέλιο ή το ψαλτήριο.
38. ΘΑΝΑΤΟΣ – ΤΑΦΗ- ΤΑΦΙΚΑ ΕΘΙΜΑ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
• Συνήθιζαν να αγρυπνούν τον πεθαμένο, δηλαδή μένανε μαζί του όλο το βράδυ πριν την κηδεία.
Στην ολονυχτία οι στενοί συγγενείς εκδήλωναν πολύ έντονα το πένθος τους, φτάνοντας συχνά
και σε υπερβολές όπως σκίσιμο των ρούχων τους, τράβηγμα των μαλλιών τους, μεγάλες
κραυγές, χτύπημα με γροθιές του προσώπου και του κεφαλιού τους, με αποτέλεσμα οι Πατέρες
της Εκκλησίας να επέμβουν και να συστήσουν να μετριαστούν αυτές οι πράξεις. Πολύ
συνηθισμένα ήταν τα μοιρολόγια, τραγούδια λυπητερά που αναφέρονταν στις αρετές και τα
προσόντα του νεκρού. Δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που τα τραγούδια αυτά τα έλεγαν
επαγγελματίες μοιρολογίστρες. Φαίνεται, όμως, ότι και αυτά έφτασαν στην υπερβολή, με
αποτέλεσμα τον 14ο αιώνα με διάταγμα του δόγη της Βενετίας να απαγορευτούν, και μάλιστα
με απειλή φυλάκισης και πληρωμή προστίμου για όσους δεν θα υπάκουαν.
• Μετά την αγρύπνια του νεκρού, και αφού είχαν συμπληρωθεί είκοσι τέσσερις ώρες από τον
θάνατό του, ο νεκρός μεταφερόταν στην εκκλησία όπου ψαλλόταν η νεκρώσιμη ακολουθία. Στη
συνέχεια, φίλοι και συγγενείς ακολουθούσαν το φέρετρο που σήκωναν στα χέρια τους φίλοι του
νεκρού ή επαγγελματίες, μέχρι τον τόπο ταφής. Ακολουθούσαν επίσης οι ιερείς, ψάλτες και
πλήθος κόσμου με αναμμένα κεριά στα χέρια, ανάμεσα στους οποίους και μέλη της συντεχνίας
στην οποία μπορεί να ήταν μέλος και ο νεκρός. Το βράδυ, μετά την κηδεία η οικογένεια του
νεκρού ετοίμαζε γεύμα για τους συγγενείς, τους φίλους, αλλά και τους κληρικούς. Η ταφή των
νεκρών ήταν υποχρεωτική, ακόμα και στον πόλεμο, όπως όριζαν τα στρατιωτικά τακτικά, κείμενα
δηλαδή με οδηγίες που απευθύνονταν σε στρατιωτικούς.
39. ΠΡΟΙΚΑ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
• Η προίκα δινόταν στο ζευγάρι με σκοπό να αποτελέσει αυτή
βοήθημα για τα βάρη του γάμου. Κατά κύριο λόγο δινόταν από
τον πατέρα, αν όμως ο πατέρας είχε πεθάνει, αυτή περνούσε στα
χέρια του μεγαλύτερου γιου, όπως άλλωστε και η ευθύνη για τη
μητέρα του και για τα μικρότερα του αδέρφια.
• Οι γονείς βέβαια έδιναν την προίκα στα παιδιά τους αν είχαν
πρώτα από όλα συμφωνήσει για το γάμο που θα τελούνταν. Αν
όμως δεν συμφωνούσαν, παραδείγματος χάριν αν ο γιος τους
παντρευόταν μια γυναίκα την οποία δεν την αποδέχονταν, δεν
του έδιναν προίκα. Ακόμα και αν ο γιος τους πέθαινε, η γυναίκα
του δεν μπορούσε να διεκδικήσει την προίκα από τους γονείς
του, εφόσον εκείνοι δε συναίνεσαν για το γάμο τους.
• Παρόλα αυτά η προίκα διασφαλιζόταν από τη νομοθεσία και
έτσι οι σύζυγοι ή οι γονείς μπορούσαν να κινηθούν και να
εξασφαλίσουν με βάση αυτή το δίκιο τους.
• Μια συμφωνία για προίκα μπορούσε να είναι είτε
προφορική είτε γραπτή. Ακόμα δηλαδή και με μια προφορική
υπόσχεση, ο πατέρας ήταν υποχρεωμένος να δώσει την προίκα
που υποσχέθηκε. Επιπλέον, αν είχε τελεστή ο γάμος ο πατέρας,
μέσα από τη διαθήκη του θα μπορούσε να αφήσει περισσότερα
ή να αφαιρέσει κάτι από την προίκα που είχε προσφέρει στην
κόρη του, υπήρχε δηλαδή και αυτή η δυνατότητα αλλαγών.
•
40. ΠΡΟΞΕΝΙΟ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
• Τόσο κατά την αρχαιότητα όσο και κατά τα νεώτερα χριστιανικά χρόνια ,μέχρι τα
μέσα του περασμένου αιώνα , τον πρώτο λόγο για το γάμο δυο ανθρώπων ,τον
είχαν συνήθως οι γονείς τους. Στις παλαιότερες μάλιστα, ανδροκρατούμενες
κοινωνίες το λόγο είχε ο πατέρας. Τα παιδιά εξάλλου δεν είχαν και πολλές
ευκαιρίες να γνωριστούν ,όπως συμβαίνει σήμερα . Ο νέος γνώριζε την μέλλουσα
σύζυγο του είτε στην εκκλησία είτε σε κάποιο πανηγύρι είτε στο “νυφοπάζαρο”,
στην βόλτα του χωριού .Όταν ένας νέος του χωριού ήθελε να ζητήσει σε γάμο μια
νέα του χωριού η από άλλο χωριό ,δεν πήγαινε ο ίδιος στους γονείς της κοπέλας,
αλλά έστελνε ένα πρόσωπο της εμπιστοσύνης του και πάντοτε με τη
συγκατάθεση των γονιών του. Το πρόσωπο αυτό λεγόταν προξενητής/προξενήτρα
και συνήθως τον ρόλο αυτό τον είχαν γυναίκες. Ο ρόλος λοιπόν της προξενήτρας
ήταν να διαχειρίζεται την υπόθεση του συνοικεσίου . Στην περίπτωση του
προξενιού την πρωτοβουλία είχαν οι γονείς κατά κύριο λόγο, οι συγγενείς στη
συνέχεια , αλλά και διάφοροι προξενητάδες αναλάμβαναν να μεταφέρουν στην
άλλη πλευρά το ενδιαφέρον.
41. ΠΡΟΞΕΝΙΟ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
• Στα προξενιά μέσα στο χωριό δεν χρειάζονταν πολλά λόγια γιατί όλα ήταν γνωστά για τους
υποψήφιους συζύγους. Τα οικονομικά, τα οικογενειακά, τα προσόντα ακόμα και τα κουσούρια τους ήταν
γνωστά.
Έτσι το ναι ή το όχι ήταν εκ των προτέρων γνωστό, γιατί το προξενιό γίνονταν μόνο όταν υπήρχαν
πιθανότητες συμφωνίας. Αν το προξενιό γίνονταν από άλλο χωριό τότε την πρόταση συνόδευαν και τα
προσόντα της νύφης. Αν είναι από καλό σόι, νοικοκυρά, δουλευταρού, χρυσοχέρα, αν είχε προίκα,
ρουχισμό, χωράφια κλπ.Αν υπήρχε αρχική συμφωνία ορίζονταν η μέρα επίσκεψης - γνωριμίας στο σπίτι
της μέλλουσας νύφης, όπου θα γίνονταν η πρώτη γνωριμία μελλονύμφων, πεθερικών και κοντινότερων
συγγενών.
Εκεί η υποψήφια νύφη θα παρουσιάζονταν κρατώντας το δίσκο με τα κεράσματα κι όλοι θα είχαν τα
μάτια πάνω της. Αμέσως έβγαινε το συμπέρασμα: “καλή , πολύ καλή σου λέω”. Και το προξενιό :”έδενε”
με φαγητό και κρασί που ήταν ήδη ετοιμασμένα .Στις περιπτώσεις όμως που δεν μένανε ευχαριστημένοι,
ο επικεφαλής έδινε το σύνθημα να φύγουν και να τα ξαναπούν μια άλλη φορά.Υπήρχαν περιπτώσεις που
το προξενιό γίνονταν με αντιπροσώπους γιατί ο γαμπρός βρίσκονταν μακριά στο εξωτερικό και κυρίως
στην Αμερική και την υποψήφια νύφη την ενέκριναν οι αντιπρόσωποι. Το υποψήφιο ζευγάρι θα
γνωρίζονταν από φωτογραφίες. Το κορίτσι θα ταξίδευε στο εξωτερικό και θα παντρεύονταν με έναν
άνθρωπο που θα συναντούσε εκεί για πρώτη φορά.Το προξενιό γίνονταν με μυστικότητα και γι' αυτό τα
άτομα που αναλάμβαναν έπρεπε να είναι ηλικιωμένα , σοβαρά και αξιοπρεπή Συνοψίζοντας, όλες οι
παραπάνω διαδικασίες αποτελούν το λεγόμενο “προξενιό” και το εθιμοτυπικό του , το οποίο αναφέρεται
και σε αρκετά κείμενα , για της ακρίβεια από τα δημοτικά/ακριτικά του 10ου αιώνα έως της αρχές του
20ου αιώνα όπου άρχισε να εξαλειφτεί και να χαθεί πια στις σημερινές αναπτυγμένες και
αναπτυσσόμενες χώρες .
42. ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
Η κατοικία αποτελεί το κύριο σώμα της βυζαντινής πόλης και έναν
ιδιαίτερα σημαντικό χώρο για τους βυζαντινούς, όπου περνούν
ένα μεγάλο μέρος της ημέρας τους. Αυτό γίνεται ακόμα πιο
εμφανές αν συνυπολογιστεί η «εσωστρέφεια» που χαρακτηρίζει
σε μεγάλο βαθμό την κοινωνία και τον αστικό τρόπο ζωής της
περιόδου.
43. ΠΑΙΔΙΚΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ
ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
Πληροφορίες για το παιχνίδι στο Βυζάντιο έχουμε μετά τον 9ο
αιώνα. Οι χώροι που έπαιζαν τα παιδιά, συνήθως τα αγόρια,
ήταν οι αυλές και οι αλάνες. Μεταξύ των παιχνιδιών που
έπαιζαν ήταν και τα γνωστά σε
εμάς: κρυφτό, κυνηγητό, τυφλόμυγα αλλά και παιχνίδια
όπως 16άρα, τσιλίκι, γουρούνα, μήλο. Τα αγόρια ακόμη
έπαιζαν με μεγάλα ξύλινα κουνιστά άλογα και ξιφομαχία με
βέργες.
Αντίθετα, τα κορίτσια έμεναν κυρίως στο σπίτι και έπαιζαν με
τις κούκλες τους, που ονομάζονταν νέννος ή νιννί και ήταν
φτιαγμένες από κερί, πηλό ή γύψο. Στα κορίτσια άρεσε να
αναπαριστούν σημαντικά κοινωνικά γεγονότα όπως η βάπτιση
και ο γάμος όπως επίσης να μιμούνται τις εργασίες που έκανε
η μητέρα τους στο σπίτι. Υπήρχαν επίσης παιχνίδια με μπάλες
(σφαίρες) που τις έφτιαχναν από πανιά καθώς και παιχνίδια
μελωδικά που είχαν σχέση με δραστηριότητες όπως ο
θερισμός και το όργωμα.