Inclusion - Εργασία για τη συμπερίληψη 2ο Γυμνάσιο Αλεξανδρούπολης
Το '21 από ... την ανάποδη
1. 1
«ΤΟ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ …. ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΠΟΔΗ»
Θεατρικό για την 25η Μαρτίου
Ήβη Μιτιντζή
Συμμετέχοντες: Αφηγητής, Παλαιών Πατρών Γερμανός, Μαριγώ, Θ.Κολοκοτρώνης, Μ.
Μαυρογένους, Μπουμπουλίνα, Παπαφλέσσας, Ανδρέας Μιαούλης, Οδυσσέας Ανδρούτσος,
Μάρκος Μπότσαρης.
Σκηνή 1η (Αφηγητής, Π.Π.Γερμανός, Μαριγώ)
(Εσωτερικό σπιτιού με παραδοσιακή διακόσμηση. Κουρελού στους τοίχους, ένα χαμηλό τραπέζι με
μαξιλάρες γύρω γύρω στο πάτωμα, κανάτα πάνω στο τραπέζι. Σε μια καρέκλα στο βάθος κάθεται
σκυφτός και προβληματισμένος ο γέροντας Π.Π.Γερμανός)
Αφηγητής: Την ιστορία της επανάστασης του ’21 λίγο πολύ την έχετε όλοι ακούσει. Όλοι ξέρετε
πάνω κάτω τι έγινε. Σήμερα όμως θα τη δείτε από την ανάποδη. Ας φανταστούμε πως δεν έγιναν
όλα όπως τα ξέρουμε, αλλά λίγο ανάποδα… Βρισκόμαστε τα τέλη Φλεβάρη του 1821. Η
μακροχρόνια σκλαβιά προκαλεί συνεχώς προβλήματα στους υπόδουλους Έλληνες που βρίσκονται
καταπιεσμένοι κάτω από το άγρυπνο μάτι του Τούρκου κατακτητή. Φόβος, βαριά φορολογία,
θρησκευτικές διώξεις, κρυφό σχολειό. Ο τόπος βράζει. Καιρό τώρα οι Έλληνες κρυφομιλούν
μεταξύ τους και σχεδιάζουν ξεσηκωμό. Ως πότε θα ανέχονται πια το ζυγό…. (ο αφηγητής
αποχωρεί από τη σκηνή)
(Χτυπά η πόρτα βιαστικά και επίμονα. Ο γέροντας σηκώνεται γρήγορα και ανοίγει με επιφύλαξη
την πόρτα)
Π.Π.Γερμανός: Σιγά… σιγά κόρη μου. Τι χτυπάς σα μανιασμένη; Με κοψοχόλιασες. Έτρεξε κάτι;
Μαριγώ: Αν έτρεξε; Εγώ έτρεξα… για να γλιτώσω. Λύσσαξαν πάλι κακό χρόνο να ‘χουνε!
Π.Π.Γερμανός: Μη μιλάς έτσι, κόρη μου! Με ποιους τα ‘χεις;
2. 2
Μαριγώ: Με ποιους άλλους. Μ’ αυτούς τους τύραννους, τους Αγαρηνούς. Βγήκαν πάλι να
μαζέψουν φόρους και αλίμονο σε όποιον δεν έχει όσα ζητάνε. Πέφτουν κεφάλια. Ο κόσμος τρέχει
πανικόβλητος. Δε λογαριάζουν γυναίκες, παιδιά, γέρους, ανήμπορους. Ως πότε θα πάει το κακό
αυτό γέροντα;
Π.Π.Γερμανός: Αχ! Τι να σου πω κόρη μου; Αυτός ο λαός υποφέρει χρόνια τώρα, μα και τι να
κάμει; Φτωχοί και αγράμματοι άνθρωποι είναι; Πού να σηκώσουν κεφάλι; Κι όσες φορές το
τόλμησαν έπεσε βαρύς ο πέλεκυς! Θυμάσαι τότε με τα Ορλωφικά; Φωτιά και σίδερο….
Μαριγώ: Δικαιολογίες!!! Και τι θα γίνει δηλαδή. Είναι καλύτερα έτσι; Να τρέμουμε ολημερίς μην
τύχει και ξυπνήσει στραβά ο πασάς και χάσουμε το κεφάλι μας; Καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη
ζωή, τραγουδούσε ο Ρήγας –Θεός σχωρέσ’ τον-, παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή. Κι έτσι
είναι. Καλύτερα να ζήσω μια μόνο ώρα, αλλά να τη ζήσω αναπνέοντας ελεύθερα, νιώθοντας πως
αυτή τη μία ώρα την ορίζω εγώ κι όχι ο Αγαρηνός. Αλλιώς τι να τα κάνω τα πολλά τα χρόνια;
Π.Π.Γερμανός: Δεν έχεις άδικο! Θαυμάζω πραγματικά τη φλόγα που καίει την ψυχή σου, την
αγάπη για τη λευτεριά. Με ξεσήκωσες και μένα. Σύρε να φωνάξεις τον καπετάν Θοδωρή, τον
Κολοκοτρώνη. Έχουμε να συζητήσουμε πολλά. Ίσως και να ήρθε η ώρα να σηκώσουμε το λάβαρο
της επανάστασης, να τινάξουμε από πάνω μας το ζυγό της σκλαβιάς… Μα πρόσεχε στο δρόμο. Τα
μάτια σου δεκατέσσερα!
Μαριγώ: Μην ανησυχείς ξέρω εγώ! Τα πόδια μου θα βάλω στην πλάτη και τρέχω να του μηνύσω
πως τον εθέλεις. Πες πως έγινε κιόλας!!! (τρίβει τα χέρια της ικανοποιημένη και γεμάτη
ενθουσιασμό φεύγει και πάλι από την πόρτα. Ο γέροντας τρίβει το κεφάλι σκεφτικός και μετά
πηγαίνει βιαστικά στο μπαούλο που υπάρχει κάπου στο χώρο και βγάζει ένα καριοφίλι. Το φ ιλά
και λέει χαμογελώντας)
Π.Π.Γερμανός: Ήρθε η ώρα…
3. 3
Σκηνή 2η (Αφηγητής, Π.Π.Γερμανός, Κολοκοτρώνης)
(Ο Αφηγητής προχωρά προς το κέντρο της σκηνής, ενώ ο Π.Π.Γερμανός καθαρίζει το όπλο στο
βάθος της σκηνής.)
Αφηγητής: Κι ενώ η Μαριγώ τρέχει μέσα στα σοκάκια για να ειδοποιήσει τον καπετάνιο, το γέρο
του Μοριά, ο γέροντας ονειρεύεται ήδη ξεσηκωμό, αγώνα και απελευθέρωση. Ήρθε άραγε η ώρα
να τινάξει το γένος τη σκλαβιά από πάνω του; Ήρθε η ώρα οι Έλληνες να αγωνιστούν για να
φτιάξουν το δικό τους κράτος;
(Ο Αφηγητής αποχωρεί. Η πόρτα χτυπά και αυτή τη φορά είναι η Μαριγώ μαζί με τον καπετάνιο)
Π.Π.Γερμανός: Καλώς τον καπετάν Θοδωρή! (Τον χτυπά φιλικά στην πλάτη) Τι κάνεις καπετάνιε
μου;
Μαριγώ: Να σας τρατάρω κάτι; Να κάνω έναν καφέ;
Π.Π.Γερμανός: Έκανες ό,τι έπρεπε Μαριγώ. Άσε μας τώρα λίγο μόνους να μιλήσουμε με τον
καπετάνιο. (Η Μαριγώ αποσύρεται στο εσωτερικό του σπιτιού). (Στρέφεται στον Κολοκοτρώνη)
Λοιπόν, όλα καλά;
Κολοκοτρώνης: Καλά είμαι γέροντα. Μα τι έτρεξε και με φώναξες έτσι πάρωρα; Έγινε κάτι κακό;
Π.Π.Γερμανός: Έγινε Θοδωρή. Πώς δεν έγινε! Εδώ και τετρακόσια χρόνια. Μας έχουν
σκλάβους οι Τούρκοι.
Κολοκοτρώνης: (Με ύφος διστακτικό) Σχώρα με γέροντα, αλλά μήπως άργησες λίγο να το
καταλάβεις; Είπα κι εγώ έγινε τίποτας καινούριο. Αυτό το ξέραμε…
Π.Π.Γερμανός: Το ξέραμε, μα δεν κάναμε πολλά για να το αλλάξουμε. Κι όσα κάναμε δεν ήταν και
πολύ πετυχημένα. Μα τώρα έφτασε ο κόμπος στο χτένι. Φτάνει πια. Ήρθε η ώρα να αγωνιστούμε
για να φέρουμε τη λευτεριά σ’ αυτόν τον έρμο τόπο. Ώρα να πάρουμε τα όπλα στα χέρια. Τι λες;
Κολοκοτρώνης: Σαν τι να πώ; Ξέρω κι εγώ… Τον Τούρκο κανείς δεν τον εθέλει στο κεφάλι του,
μα από την άλλη… ποια όπλα να πάρουμε στα χέρια; Σάματις έχουμε και όπλα;
4. 4
Π.Π.Γερμανός: Σα δεν έχουμε όπλα έχουμε αξίνες, τσάπες, μαγγούρες! Αρκεί να το θελήσομε.
Με την ψυχή μας θα πολεμήσομε. Κολοκοτρώνης: Με την ψυχή, δε λέω…. μα βόλια δε ρίχνει η
ψυχή… Ας είναι, όμως, δε σου χαλώ χατίρι γέροντα. Σαν νιώθεις εσύ πως ήρθε η ώρα, πα να πει
πως το μελέτησες και γρικάς κάτι παραπάνω. Τις προσταγές σου ανιμένω το λοιπόν. Τι θέλεις
από εμένα;
Π.Π.Γερμανός: Θέλουμε οργάνωση πρώτα. Πρέπει να βρεθούν οι κεφαλές που θα οδηγήσουν το
λαό μας σε τούτο τον αγώνα. Οι στρατιώτες θέλουν μαθές αρχηγούς. Πρέπει πρώτα να
μαζέψουμε αυτούς που έχουν δύναμη – θες παράδες, θες γνώση πολέμου, θες όπλα;- και μπορούν
να γίνουν οπλαρχηγοί. Αυτό θέλω από σένα. Να μηνύσεις σε όσους μπορείς να ‘ρθουν εδώ σε ένα
μήνα από τώρα, στις 25 του Μάρτη. Σηκώνουμε τότε το λάβαρο της επανάστασης και ξεκινάμε!
Κολοκοτρώνης: Και ποιους έχεις στο μυαλό σου; Πες κι εγώ θα βρω τον τρόπο να τους μηνύσω.
Π.Π.Γερμανός: Φώναξε τον Οδυσσέα τον Ανδρούτσο που ξέρει δα από πόλεμο και τον Ανδρέα
το Μιαούλη που ξέρει τη θάλασσα και τα καράβια. Κι η Λασκαρίνα η Μπουμπουλίνα το ίδιο…
(σκέφτεται λίγο για να φέρει τα ονόματα στο μυαλό του). Το Μάρκο το Μπότσαρη σίγουρα που
τονε λένε όλοι αντρειωμένο. Να μηνύσεις και στη Μαντώ τη Μαυρογένους στην Τεργέστη. Έχει
παράδες πολλούς και αγαπάει την πατρίδα. Μπορεί να μας βοηθήσει.
Κολοκοτρώνης: Δύσκολο αυτό που ζητάς γέροντα μα θα το παλέψω. Θέλει να οργώσουμε τον
τόπο για να προλάβουμε να τους ειδοποιήσουμε μέσα σ’ ένα μήνα – (απευθύνεται στο κοινό) δεν
έχει ανακαλυφθεί και το SMS ακόμη. Πρέπει να βιαστώ.
Π.Π.Γερμανός: Άμε στο καλό καπετάνιο! Εγώ θα φροντίσω να φωνάξω τον Παπαφλέσσα που
είναι και άνθρωπος της εκκλησίας και καλός πατριώτης. Το νου σου όμως μη μας μυριστούν οι
Τούρκοι. Όλα πρέπει να γίνουν μυστικά και με προσοχή. Α! και μη ξεχάσεις να φέρεις και το γιο
σου, τον Πάνο. Κοτζάμ άντρας έγινε. Θα μας είναι χρήσιμος.
Κολοκοτρώνης: (διστάζει λίγο) Τον Πάνο… ναι… Φεύγω τώρα γέροντα. Τρέχω να προλάβω. Και
μη σε νοιάζει. Θα ‘χω το νου μου να μη μας πάρουν χαμπάρι οι Αγαρηνοί.
5. 5
(Ο Κολοκοτρώνης φεύγει από την πόρτα. Ο γέροντας ενθουσιασμένος χαϊδεύει το όπλο και στη
συνέχεια φεύγει προς το εσωτερικό του σπιτιού.)
Σκηνή 3η (Αφηγητής, Μαριγώ, Κολοκοτρώνης, Μ.Μαυρογένους,
Αν.Μιαούλης, Λ. Μπουμπουλίνα, Οδ. Ανδρούτσος,
Μ.Μπότσαρης,Παπαφλέσσας)
(Η Μαριγώ στο πίσω μέρος της σκηνής, τακτοποιεί το σπίτι. Φαίνεται βιαστική και αναστατωμένη.
Πηγαίνει, έρχεται, κουβαλάει πότε ένα ποτήρι, πότε μια κανάτα, τινάζει τις μαξιλάρες. Στη σκηνή
μπαίνει ο αφηγητής. Προχωρά αργά προς το κέντρο μιλώντας)
Αφηγητής: Σήμερα είναι η μεγάλη μέρα. Είμαστε στις 25 του Μάρτη του 1821. Στο σπίτι του
γέροντα επικρατεί αναβρασμός. Από ώρα σε ώρα περιμένουν να φτάσουν οι οπλαρχηγοί και να
κηρυχθεί η έναρξη της επανάστασης. Η Μαριγώ από το πρωί πηγαινοέρχεται ανήσυχη. Ο
ενθουσιασμός της είναι τόσος που δεν μπορεί να καθίσει ήρεμη και να περιμένει. (ακούγεται
χτύπημα στην πόρτα) Αααα! Φαίνεται πως έφτασαν κιόλας. Ας δούμε, λοιπόν, τη συνέχεια…
(αποχωρεί ακροπατώντας σαν να μη θέλει να τον ακούσουν)
(Η Μαριγώ ανοίγει την πόρτα. Μπαίνει μέσα βιαστικός ο Κολοκοτρώνης)
Κολοκοτρώνης: Καλή σου μέρα Μαριγώ! Είναι εδώ ο γέροντας; Οι άλλοι φάνηκαν;
Μαριγώ: Καλημέρα καπετάν Θοδωρή! Ο γέροντας είναι μέσα. Ετοιμάζεται. Όσο για τους άλλους,
δε φάνηκε κανείς ακόμη. Πρόλαβες να τους φωνάξεις; Ξέρουν όλοι;
Κολοκοτρώνης: Έκαμα τα αδύνατα δυνατά, μα τα κατάφερα. Μέχρι και στην Τεργέστη τα
κατάφερε η αρχοντιά μου να στείλει το μαντάτο. Όλοι είπαν πως θα ‘ρθουν. Όπου να ‘ναι πρέπει
να αρχίσουν να καταφτάνουν.
Μαριγώ: Πω πω χαρά που την έχω! Είσαι και συ χαρούμενος καπετάνιε;
Κολοκοτρώνης: Ε πως, πως (με ύφος που δε δείχνει και πολλή σιγουριά)! Δε θα είμαι!
6. 6
Π.Π.Γερμανός: Ήρθες Θοδωρή; Δεν κοιμήθηκα από την αγωνία μου και τη χαρά μου όλο το
βράδυ. Όλα εντάξει;
Κολοκοτρώνης: (προς το κοινό ψιθυρίζοντας) Βρε χαρές και πανηγύρια… (προς το γέροντα) Όλα
εντάξει γέροντα. Τους περιμένουμε από στιγμή σε στιγμή. (ακούγεται χτύπημα στην πόρτα). Να
ήρθαν κιόλας. (Η Μαριγώ ανοίγει την πόρτα. Εμφανίζεται μια καλοντυμένη και καλοχτενισμέ νη
γυναίκα. Περπατάει με ύφος αριστοκράτισσας )
Μαντώ Μαυρογένους: Καλή σας ημέρα αγαπητοί! Δυσκολεύτηκα ολίγον να βρω το οί κημα τούτο,
αλλά εν τέλει τα κατάφερα. Ομολογώ με ξάφνιασε η πρόσκλησή σας. Δεν είναι δα και μικρή
απόσταση από την Τεργέστη ίσαμε εδώ. Μα μιας και ήρθα εδώ κοντά προς επίσκεψη μιας
συγγενούς μου είπα να περάσω να τα ειπούμε.
Π.Π.Γερμανός : Καλώς όρισες κυρά μου. Τιμή μας που έκανε η Μαντώ Μαυρογένους τόσο δρόμο
να ‘ρθει για το μεγάλο μας σκοπό… (ξαναχτυπά η πόρτα. Η Μαριγώ ανοίγει και μπαίνουν ένας
άντρας και μια γυναίκα με στολές που παραπέμπουν σε νησί).
Κολοκοτρώνης: Ήρθαν και οι νησιώτες. Ο Ανδρέας Μιαούλης και η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα από
την Ύδρα. Μεγαλώνει η παρέα μας.
Αν. Μιαούλης: Καλώς σας βρήκαμε πατριώτες! Ήρθανε όλοι; Το μήνυμα του καπετάν Θοδωρή
έδειχνε βιασύνη και αποφασιστικότητα. Πήραμε τη μεγάλη απόφαση;
Π.Π.Γερμανός: Μη βιάζεσαι καπετάν Ανδρέα. Θα τα πούμε όλα. Να μαζευτούμε μια όλοι.
(Χτυπά και πάλι η πόρτα. Η Μαριγώ ανοίγει. Μπαίνουν δύο άντρες)
Κολοκοτρώνης: Να και οι στεριανοί. Μπότσαρης και Ανδρούτσος παρόντες. Ξεκινάμε γέροντα;
Π.Π.Γερμανός: Δεν ήρθε ακόμη ο Παπαφλέσσας, αλλά ας ξεκινήσουμε και θα μας προκάμει στην
πορεία. Λοιπόν, αδέλφια το λόγο που σας κάλεσα λίγο πολύ σας τον είπε ο Θοδωρής. Πάνε
τετρακόσια χρόνια τώρα που έχουμε το ζυγό του Τούρκου στο σβέρκο μας. Φοβέρα και καταπίεση.
Τα παιδιά μας δεν μπορούν να πάνε σχολείο, να μάθουν τη γλώσσα τους, την ιστορία τους. Με το
ζόρι μαθαίνουν κάτι κολυβογράμματα στο κρυφό σχολειό. Ως πότε το λοιπόν, θα καθόμαστε με
7. 7
σταυρωμένα τα χέρια και θα σφίγγουμε τα δόντια; Λέω πως είναι καιρός να πάρουμε το τουφέκι
στο χέρι και να ξεσηκωθούμε. Ποια είναι η δική σας η γνώμη;
Μπουμπουλίνα: Δίκιο έχεις γέροντα. Δε χρειάζεται πολλή συζήτηση. Η υπομονή όλων έχει
εξαντληθεί. Η οργή βράζει στα στήθη όλων. Εμπρός! Στα όπλα!
Όλοι μαζί: Στα όπλα!!!
Π.Π.Γερμανός: Ελευθερία ή Θάνατος!
Όλοι μαζί: Ελευθερία ή Θάνατος!
Π.Π.Γερμανός: Χαίρομαι που είστε όλοι σύμφωνοι. Πρέπει τώρα να οργανωθούμε. Θα
μοιράσουμε ευθύνες και θα ξεκινήσουμε σήμερα κιόλας να…
Μ. Μαυρογένους: Ε.. συγγνώμη για λίγο. Σήμερα ακούω; Εμένα θα με συγχωρήσετε, αλλά
μεθαύριο βράδυ πρέπει να είμαι στην Τεργέστη. Είμαι καλεσμένη σε μια σημαντικότατη δεξίωση
ενός μεγαλεμπόρου. Δεν είναι πρέπον να απουσιάσω.
Μαριγώ: Άντε άντε! (κουνώντας το χέρι ειρωνικά)
Π.Π.Γερμανός: Μα κυρά μου, εδώ μιλάμε για τη σωτηρία του έθνους! Ποια δεξίωση;
Μ.Μαυρογένους: Η σωτηρία του έθνους περίμενε τόσα χρόνια. Ας περιμένει και για μένα μερικές
μέρες ακόμη. Δεν είναι δα και τόσο επείγον το θέμα.
Π.Π.Γερμανός: Τι να σου πω κυρά μου; Όπως αγαπάς. Πάμε παρακάτω. Θα χρειαστούμε πλοία
για να αντιμετωπίσουμε τον τουρκικό στόλο που θα έρθει να μας χτυπήσει. Ανδρέα και Λασκαρίνα
θα βάλουμε κανόνια πάνω στα πλοία σας και..
Αν. Μιαούλης: Όπα όπα γέροντα! Πλοία; Ποια πλοία;
Π.Π.Γερμανός: Τα δικά σας βρε Ανδρέα. Εσείς έχετε πλοία. Από πού αλλού να βρούμε;
Αν. Μιαούλης: Τα δικά μου πλοία γέροντα είναι εμπορικά. Κάνουν δρομολόγια και μεταφέρουν
εμπορεύματα. Δεν μπορούν να βγουν από τη δούλεψη. Οι λογαριασμοί με κυνηγάνε … μισθοί,
εφορία… ξέρεις τώρα. Δε βγαίνουν οι υποχρεώσεις, δηλαδή.
8. 8
Λ. Μπουμπουλίνα: Και… τα δικά μου γέροντα.. Εγώ δηλαδή, έχω όλη την καλή διάθεση να
βοηθήσω, αλλά μόλις τα επιδιόρθωσα. Τα καταστρώματα γυαλίζουν. Κρίμα τώρα να τα σέρνουμε
σε.. πολέμους. Θα γεμίσουν γρατζουνιές. Τζάμπα το λούστρο που τα περάσαμε…
Μαριγώ: Άσε γέροντα έχω εγώ μια σκάφη. Της βάζουμε ένα κανόνι και μπουμπουνάμε τους
Τούρκους ….
Π.Π.Γερμανός: Χωρίς πλοία το λοιπόν! Ας είναι κι έτσι. Μάρκο και Οδυσσέα εσείς θα αναλάβετε
την οργάνωση της επανάστασης στη Ρούμελη…
Οδ. Αντρούτσος: Για μια στιγμή. Όχι, γιατί οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς τους φίλους.
Μάρκο και Οδυσσέα είπες γέροντα.
Π.Π.Γερμανός: (Με απορία) Ναι… Μάρκο και Οδυσσέα. Οδυσσέα και Μάρκο.
Οδ. Αντρούτσος: Όχι, όχι, άλλο το ένα άλλο το άλλο. Μάρκο και Οδυσσέα ή Οδυσσέα και Μάρκο.
Ποιος θα είναι ο αρχηγός της επανάστασης στη Ρούμελη;
Μ.Μπότσαρης: Σωστά! Να το ξεκαθαρίσουμε. Γιατί εγώ τσιράκι αλλουνού δε γίνομαι. Όλα κι όλα.
Εγώ θα είμαι το πρώτο όνομα.
Μαριγώ: Ε βέβαια! Η φίρμα του μαγαζιού. Οπλαρχηγοί είναι αυτοί ή τραγουδίστριες;
Π.Π. Γερμανός: Καλά μωρέ παιδιά. Ακόμη δε σηκώσαμε το όπλο απέναντι στον εχθρό κι εσείς
τρώγεστε για το αρχηγιλίκι; Όπως τα βλέπω τα πράγματα Θόδωρε, μόνοι μας θα την κάνουμε την
επανάσταση. Αλήθεια ο γιος σου ο Πάνος που είναι; Δεν είπαμε να τον εφέρεις;
Κολοκοτρώνης: Δεεε μπορεί το παιδί γέροντα!
Π.Π.Γερμανός: Γιατί ωρέ Θόδωρε δεν μπορεί; Δυο μέτρα παλικάρι είναι!
Κολοκοτρώνης: Ε δυο μέτρα τώρα. Μικρό παιδί είναι δα. Άσε που έχει και πρόβλημα. Δε βλέπει
ντιπ.
Π.Π.Γερμανός: Ποιος μωρέ δε βλέπει; Ο Πάνος;
9. Κολοκοτρώνης: Ναι που σου λέω. Αφού θα του βγάλω κι επίδομα τώρα. Μου …(κλείνει το μάτι στο
κοινό) σύστησαν ένα καλό γιατρό να υπογράψει. Δεν κάνει για πόλεμο σου λέω!
9
Μαριγώ: Ούτε για κέντημα εδώ που τα λέμε.
Π.Π.Γερμανός: Έτσι θα τα παρατήσουμε ωρέ Θόδωρε; Θα φανούμε κιοτήδες; Φοβιτσιάρηδες;
Κολοκοτρώνης: (με βροντερή φωνή) Α όλα κι όλα γέροντα…..(με χαμηλό τόνο) του φοβιτσιάρη η
μάνα δεν έκλαψε!
Π.Π.Γερμανός: Κρίμα! Άλλα ονειρεύτηκα κι άλλα βρίσκω μπροστά μου σήμερα.
(Χτυπά η πόρτα. Η Μαριγώ ανοίγει. Μπαίνει ένας ρασοφόρος)
Που ήσουν ωρέ Παπαφλέσσα; Γιατί άργησες τόσο;
Παπαφλέσσας: Να με συγχωράς γέροντα αλλά έτυχαν κάτι βαφτίσια κι ένα μνημόσυνο κι είπα να
μην τα αφήσω να πάνε χαμένα. Δύσκολες εποχές. Ο Αγώνας μπορεί να περιμένει λίγο.
Μαριγώ: Τι λίγο; Άλλα τετρακόσια χρόνια σκλάβους μας βλέπω.
(Η σκηνή παγώνει. Ο αφηγητής μπαίνει στη σκηνή και προχωρά στο κέντρο μπροστά από τους
υπόλοιπους.)
Αφηγητής: Κι έτσι η επανάσταση δεν ξεκίνησε ποτέ. Οι Έλληνες δεν απελευθερώθηκαν ποτέ.
Φτάσαμε στο 2013 κι ακόμη τα ελληνόπουλα μαθαίνουν λίγα ελληνικά στα κρυφά και
παρακολουθούν τούρκικα σήριαλ στην τηλεόραση. Ο φόβος τα σκιάζει ακόμη όλα.
(Ακούγεται θόρυβος από ταινία που γυρνάει πίσω.)
Ευτυχώς, όμως, για όλους εμάς τα πράγματα δεν έγιναν έτσι. Οι ήρωες του ’21 δε στάθηκαν στα
δικά τους συμφέροντα και στις φιλοδοξίες, αλλά ρίχτηκαν στον αγώνα θυσιάζοντας περιουσίες,
οικογένειες, την ίδια τη ζωή τους.
(Ακολουθεί σύντομη παρουσίαση των επιτευγμάτων κάθε ήρωα. Ενώ ο αφηγητής διαβάζει για
κάθε ήρωα, αυτός προχωρά μπροστά στη σκηνή και υποκλίνεται στο κοινό.)