2. Ανάμεσα νύχτας κι αυγής
σφηνωμένη βρήκα την άωρη ώρα.
Ασεβής ευθυμία πουλιών με ξύπνησε τόσο νωρίς
και βγήκα στων σκοταδιών την άμπωτη.
3. Το μπαλκόνι μου ήσυχα λάμνει
στ` αβαθή χρώματα.
Ονειρεύονται ακόμα οι κήποι
ερχομό αγνώστων ανθέων.
4. Αργά ξεδιπλώνεται ο περιβόητος ορίζοντας
σαν φθηνή κορδέλα του μέτρου.
Με λήθη μοιάζει η θάλασσα: μας ξέχασαν.
Με λήθη μοιάζει το άπειρο: Άπειρος λήθη.
5. Ένα καΐκι ξεκουρδίζεται στο βάθος,
το παιρν` η απόσταση και παίζει.
Μουρμουριστά των χρωμάτων η στάθμη
ανεβαίνει.
Με βήμα περιπάτου πλησιάζουνε τα
σχήματα.
8. Με βήμα περιπάτου πλησιάζουνε τα σχήματα.
Διαγράφονται κλειστές οι πόρτες
και τα όρια πεισμώνουν.
9. Σ` ενάργεια βγήκαν τα βουνά
και σε γυρίζουν πίσω.
Κι εσύ προσδοκία πού πας;
Έχουν ξυπνήσει από ώρα οι αρνήσεις.
Κι εγώ, εγώ που είμαι και ονομάζομαι
προχωρημένη ώρα,
τι γυρεύω ανάμεσα σε τούτες τις νήπιες διαθέσεις;