1. Δημιουργική γραφή της μαθήτριας
Κατερίνας Μπασιμακοπούλου
της Α’ τάξης του 53ου ΓΕΛ Αθηνών
για τον εορτασμό των 200 ετών από την
Ελληνική Επανάσταση
2. Μεσολόγγι.
Μία λέξη, χίλιες
αναμνήσεις. Αναμνήσεις
του φόβου και της πείνας∙
του παραδείσου και της
κόλασης. Δεν μπορώ να
ξεπλύνω από τη σκέψη
μου όλα όσα έζησα, εγώ
και τόσοι άλλοι
Μεσολογγίτες. Το
Μεσολόγγι έπεσε στα
χέρια των οχτρών, στα
χέρια των Τουρκαλάδων.
3. Ακόμα θυμάμαι τη
μυρωδιά του τόπου,
του σπιτιού μου, της
πατρίδας μου. Η
«Κολόνα του Μοριά»
είχε πια πέσει. Όσο κι
αν προσπαθούσαμε να
κρατηθούμε,
αποτύχαμε. Πάνε μέρες
που είχαμε να φάμε, να
χαρούμε, να
γλεντήσουμε, να
ζήσουμε. Δόξα τω Θεό,
βγαίνανε τα νια και
πιάνανε κανέναν
ποντικό να φάμε, ίσα
ίσα να μην
αποθάνουμε από την
πείνα.
4. Μόνον μιαν ημέρα
ήρθαν τα παλικάρια
και ανήγγειλαν την
απόφαση των
αρχηγών,… για
έξοδο. Η καρδιά μου
με το άκουσμα της
εξόδου ξεριζώθηκε,
οι ελπίδες μου
πυρπολήθηκαν, και
κατάλαβα ότι πια δεν
υπήρχε μέλλον για
εμάς, για το
Μεσολόγγι μας.
5. Ενθυμούμαι ακόμα
εκείνη τη νύχτα,
που όλοι
μαζευτήκαμε
αξημέρωτα,… για
να φύγουμε. Μας
την είχαν στημένη.
Η τελική μάχη
δόθηκε εκεί, στα
χώματα του τόπου
μας, και όσοι
γλίτωσαν έφυγαν
με τους
οπλαρχηγούς στην
Άμφισσα.
6. Το χώμα αυτό είναι
ιερό, ακόμα μυρίζει
το αίμα των
προγόνων μας, το
αίμα το δικό μας.
Μπορεί το
Μεσολόγγι να έπεσε,
πάντα όμως θα
υπάρχει στις καρδιές
τις δικές μας, στις
καρδιές των
Μεσολογγιτών, στις
καρδιές όλων των
Ελλήνων…
16. «Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει·
Λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί, κι’ η μάνα το ζηλεύει.
Τα μάτια η πείνα εμαύρισε· στα μάτια η μάνα μνέει·
Στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα και κλαίει:
«Έρμο τουφέκι σκοτεινό, τί σ’ έχω γω στο χέρι;
Οπού συ μούγινες βαρύ κι’ ο Αγαρηνός το ξέρει.»
Διονύσιος Σολωμός