1. Ο ΠΟΝΤΙΚΟΣ ΤΟΥ ΦΑΝΤΑΣΗ
ΚΑΙ
Ο ΠΟΝΤΙΚΟΣ ΤΩΝ ΤΡΟΥΛΩΝ
ΑΦΗΓΗΣΗ: ΝΙΚΟΛΑΟΣ Β.ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ
ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΣΗ: ΟΙ ΜΑΘΗΤΕΣ/ΤΡΙΕΣ ΤΟΥ Γ1 2ου πειρ. Δ.ς
ροδου
ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΙ:
ΜΑΝΤΙΚΟΥ ΣΤΑΜΑΤΙΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΛΙΒΑΝΙΟΥ
Εργαστήρια Σχολικών Δραστηριοτήτων
3. Μια φορά κι έναν καιρό ήτο
δύο ποντικοί στην Κάσο.
Ο ένας είχε την τρύπα του στο
Φαντάσηκαι ο άλλος
στις Τρούλες.
Δεν γνώριζε ο ένας τον άλλο ,
δεν εντίξανε( δηλαδή δεν είχαν
ανταμώσει) ποτέ.
4. Μια νύχτα του Γενάρηπου το φεγγάρι είναι τόσο λαμπερό, οι δυο ποντικοί βγήκαν να
βρούνε φαϊ λίγο πιο αλάργου (πιο μακριά)από τις τρύπες τους. Σμίξανε λοιπόν στον Βούναρη!
-Τία κάνεις φίλε μου ποντικέ, θέλω να ενούμε (γίνουμε) φίλοι και συντέχνοι.
Έτσι λοπόν έγιναν συντέχνοι και σμίγανε τακτικά τα βράδια.
Ο ποντικός που ήταν στο Φαντάση ήταν ολαδύνατος (πολύ πολύ λεπτός) , ενώ ο άλλος των
Τρουλών ήταν ολάξιγκος. ( δηλαδή πολύ αφράτος).
5. -Ε μου λέεις σύντεχνε γιατί σαι πετσί και και κόκαλο;
-Άστα που να στα λέω…Εκειά ( εκεί) που πομένω ο
βοσκός ο (Δ)Ημητρούλης έχει το μιτάτο του… Αμέ άμα
( όμως όταν) αρμέξει ή τυροκομήσει και κάμει τυριά ή
σιτάκα τα φορτώνει πάνω στο μουλάρι και το γάρο
(γαϊδούρι) του και τα παίρνει σπίτι του στο
Αρβανιτοχώρι και τούτο για να μη του τα φάμε!!
-Ε κακόμοιρε σύντεχνε… Εν (δεν) έρχεσαι στις Τρούλες
που ο (Β)Ασιλαράς τα αφήνει ούλα στο μιτάτο
του…γάλα θέλεις , σιτάκα θέλεις , από ούλα…
Ο κακόμοιρος έμεινε ξερός ( άφωνος, εντυπωσιασμένος) ο
ποντικός του Φαντάση..
6. -Κουμπάρε αύριο θα ρτω να σε βρω ,
ξέρω το δρόμο!
Το άλλο βράι (βράδυ) μόλις εβράδιασε
(σκοτείνιασε) πήρε το δρόμο
…Επορπατούσε ,επορπατούσε
(περπατούσε)….και πήε (πήγε) στο μιτάτο
του Ασιλαρά (Βασιλαρά). Ο κουμπαρός
του τον επερίμενε στην πόρτα….
7. -Καλώς τον κουμπάρο έλα να μπούμε μέσα ,εν έχει
καένα (δεν έχει κανέναν) θα φάμε ότι θέλουμε, όρεξη να
χεις…
Στο μιτάτο μέσα ήαφτε (άναβε) ένας λίχνος
(καντήλι)..με λάδι κασσιώτικο.
Μόλις αντίκρισε τα τυριά, τις μυζήθρες, τα βούτυρα,
τις σιτάκες….επόμεινε με το στόμα
ανοιχτό…έτρω(γ)ε…έτρω(γ)ε..
8. Ο βοσκός ο Ασιλαράς όμως έβλεπε ότι
του τρώασι τα μαζυρικά και είπε: -
Θα βάλω το πλάκο να σκοτώσω τους
ποντίκους …καθώς έστενε το πλάκο.
9. Ο πλάκος ήτοένα βαρύ πλακωτό σίερο
(σίδερο) που τοβαστούσε ολόρτο(όρθιο)
ένα ξυλογύρω στουςτριάντα πόντους.
Πάνω σαυτό τοξύλοέδενεένακομμάτι
τυρί.
Όταν οποντικόςπήγαινε να τσιμπήσει το
τυρί για να τοφάει τότεμεορμή τοξύλο
έφευγε από τη θέσητουκαι το βαρύ
σι(δ)ερο έπεφτε και πλάκωνε το
κακόμοιροτονποντικό!
10. Αυτό έγινελοιπόνστονκαλοτρεμένο ποντικότωνΤρουλώνπου καμάρωνε για τα πολλά
μαζυρικά που είχε.
Μετοβάρος τουσιδήρουβγήκανε έξωτα έντερατου και πόθανε (πέθανε) κατευθείαν.
Πάει να δει αυτά οκουμπάρος τουο κοκαλιάρης πήρε δρόμο και στονδρόμοεφώναζε.
-Κάλιο (καλύτερα) να τρώ(γω) χαρούπια και ρίζες και να είναι τα έντεραμου στη θέση
τους,παρά τυριά και σιτάκεςκαι να βγουντα έντεραμου όξω…
11. Το πάθημα του
σύντεχνου του
έγινε μάθημα και
έμαθε να ζει με
εγκράτεια και να
εκτιμά πάντα ό,τι
είχε.. Κι έζησε
αυτός καλά και
εμείς καλύτερα!!
12. ΕΤΣΙ ΚΑΙ ΟΙ ΔΥΟ ΒΟΣΚΟΙ ΣΥΝΕΧΙΣΑΝ ΝΑ
ΕΙΝΑΙ ΑΧΩΡΙΣΤΟΙ ΦΙΛΟΙ ΚΑΙ ΝΑ
ΤΥΡΟΚΟΜΟΥΝ ΣΤΑ ΜΙΤΑΤΑ ΤΟΥΣ ΣΙΤΑΚΑ,
ΜΥΖΗΘΡΑ, ΤΥΡΙΑ ΒΟΥΤΥΡΟ, ΚΑΟΥΛΙ,
ΑΠΟΨΙΜΑΤΑ, ΕΛΑΪΚΗ ΕΩΣ ΤΑ ΒΑΘΙΑ
ΓΕΡΑΜΑΤΑ ΜΕ ΕΓΚΡΑΤΕΙΑ ΚΑΙ ΤΑΠΕΙΝΟΤΗΤΑ
! …