3. Θουκυδίδου Περικλέους Επιτάφιος Κεφάλαιο 36
Ερμηνευτική προσέγγιση
Σύμφωνα με το διάγραμμα ενός συνηθισμένου επιταφίου λόγου, το κεφάλαιο
36 αποτελεί την πρόταση, την προδήλωση δηλαδή του κυρίως θέματος του
λόγου (είναι στην ουσία ένα δεύτερο προοίμιο).
Ο Περικλής επανερχόμενος φαινομενικά στην καθιερωμένη ρητορική τάξη
ανακοινώνει στους ακροατές του την πρόθεσή του να αρχίσει με τον έπαινο των
προγόνων, καθώς η εξύμνησή τους αποτελούσε κοινό τόπο για ένα τέτοιο λόγο.
Ο έπαινος των προγόνων επιβάλλεται από δύο ηθικούς παράγοντες, το δίκαιο
και το πρέπον: η τιμή της μνείας θεωρείται δίκαιη απαίτηση των προγόνων αλλά
και ιερή υποχρέωση των απογόνων απέναντί τους.
Με τη λέξη πρόγονοι εδώ νοούνται όλοι όσοι έζησαν στην Αθήνα πριν από
τους Μηδικούς πολέμους, κατά τη μυθική και ηρωική εποχή, αλλά και εκείνοι
που αντιμετώπισαν νικηφόρα τους Πέρσες ως το 479 π.Χ. (μάχη Πλαταιών).
Ο Περικλής επικεντρώνει τον έπαινο των προγόνων σε δύο αξιομνημόνευτα
στοιχεία: α) την αυτοχθονία (οι Αθηναίοι ήταν αμιγείς φυλετικά) και β) τη
διατήρηση της ελευθερίας της χώρας που επετεύχθη με την ανδρεία τους.
Και ενώ ο ρήτορας δεσμεύτηκε να εγκωμιάσει τους προγόνους, βραχυλογικά,
γενικά και αόριστα προσπερνά τον έπαινο των προγόνων αλλά και τους
υποβιβάζει σε ιστορική αξιολόγηση με το να γνωματεύει απερίφραστα ότι «οι
πατέρες μας ήταν περισσότερο άξιοι επαίνου σε σχέση με εκείνους (τους
προγόνους)».
Η γενιά των πατέρων τους οποίους μνημονεύει στο συγκεκριμένο σημείο ο
Περικλής φτάνει ως το 446 π.Χ. και περιλαμβάνει όλους εκείνους που έζησαν
και έδρασαν μετά την περίοδο των Περσικών Πολέμων (479-446 π.Χ.). Η
ιστορική αξιολόγηση των πατέρων στηρίζεται όχι μόνο στο ότι κράτησαν
ελεύθερη τη χώρα, αλλά κυρίως στο γεγονός ότι δημιούργησαν μια ισχυρή
πόλη-κράτος, μια ηγεμονία, μία «αρχήν». Στους πατέρες οφείλεται κατά τον
Περικλή η ίδρυση της συμμαχίας της Δήλου (478 π.Χ.) και η ανάδειξη της
Αθήνας σε πανίσχυρη οικονομικά και στρατιωτικά δύναμη. Μια δύναμη την οποία
κανείς δεν μπορούσε να αμφισβητήσει, ούτε και αυτοί ακόμα οι αντίπαλοι
Σπαρτιάτες, οι οποίοι υποκλίθηκαν μπροστά της κλείνοντας με την Αθήνα στις
τριακονταετείς σπονδές (446 π.Χ.).
Στη συνέχεια ο Περικλής αναφέρεται στους συγχρόνους του, στην
«καθεστηκυία ηλικία», στη γενιά που ανδρώθηκε κατά τη χρυσή
πεντηκονταετία. Ο Περικλής, θα ήταν τότε περίπου 60 χρονών. Η καθεστηκυία
ηλικία λοιπόν είναι η ηλικία του ώριμου και συγκροτημένου ανθρώπου,
ανάμεσα στο 40 και 60 περίπου έτος της ηλικίας του.Η προσφορά της
σύγχρονης γενιάς υπήρξε η επαύξηση της πόλης σε όλους τους τομείς και η
προετοιμασία της ώστε να είναι απόλυτα αυτάρκης σε όλα για πόλεμο και ειρήνη.
4. Θουκυδίδου Περικλέους Επιτάφιος Κεφάλαιο 36
Μιλώντας για αύξηση της αθηναϊκής δύναμης, ο Περικλής δεν έχει στο μυαλό
του τόσο την εδαφική επέκταση της πόλης όσο την εσωτερική οργάνωση και
σταθεροποίηση της Αθηναϊκής ηγεμονίας, που επιτεύχθηκαν με την επιβολή της
πόλης πάνω στους συμμάχους της και τη χρησιμοποίηση των συμμαχικών πόρων,
με την θεμελίωση των δημοκρατικών θεσμών, την οικονομική ανάπτυξη και
εμπορική ακμή, με την ενίσχυση του στρατού και του ναυτικού, την καλλιτεχνική
άνθιση κ.α. Εξάλλου, με τον όρο «απόλυτη αυτάρκεια» ο ρήτορας δεν εννοούσε
ότι η Αθήνα παρήγαγε μόνη της όλα τα αγαθά που χρειαζόταν αλλά ότι η
οικονομική της δύναμη και η ναυτική της υπεροχή της επέτρεπαν να
προμηθεύεται από άλλα μέρη όσα προϊόντα της έλειπαν.
Και ενώ η υπεροχή των πατέρων πάνω στους προγόνους δηλώνεται
κατηγορηματικά και απερίφραστα, δεν είναι το ίδιο απερίφραστη η αναγνώριση
της υπεροχής της καθεστηκυίας ηλικίας πάνω στις δύο προγενέστερες γενιές,
καθώς αυτή, αν δηλωνόταν ξεκάθαρα, θα αποτελούσε ανευλάβεια. Παρόλα αυτά
όμως στην αξιολόγηση των συντελεστών του αθηναϊκού μεγαλείου, ο έπαινος
των τριών γενεών (προγόνων, πατέρων, συγχρόνων) κλιμακώνεται με τέτοιο
τρόπο, ώστε μια απλή μορφολογική και σημασιολογική εξέταση του κειμένου
αποδεικνύει περίτρανα ότι στην αξιολογική διαβάθμιση που κάνει ο Περικλής
οι σύγχρονοι καταλαμβάνουν τη σπουδαιότερη θέση. Έτσι, η σημασία που έχει
το έργο κάθε εποχής παρουσιάζεται να μεγαλώνει σταθερά με την αύξηση των
συλλαβών και των λέξεων στα υποκείμενα και στους ρηματικούς τύπους. Πιο
συγκεκριμένα:
α) Για τους προγόνους
Υποκείμενο: πρόγονοι (μία λέξη)
Έργο: οικούντες, παρέδοσαν (μία 3σύλλαβη μετοχή, ένα 4σύλλαβο ρήμα)
β) Για τους πατέρες
Υποκείμενο: πατέρες ημών (δύο λέξεις)
Έργο: κτησάμενοι προσκατέλιπον (μία 4σύλλαβη μετοχή, ένα 5σύλλαβο
ρήμα)
γ) Για τους συγχρόνους
Υποκείμενο: αυτοί ημεις οιδε οι νυν ετι όντες μάλιστα εν τη καθεστηκυια
ηλικία (12 λέξεις, συσσώρευση προσδιορισμών με τρόπο εμφαντικό)
Έργο: επηυξήσαμεν και παρεσκευάσαμεν την πόλιν αυταρκεστάτην ( 2
ρήματα, ένα 5σύλλαβο και ένα 6σύλλαβο σε α΄ πληθυντικό πρόσωπο μαζί με
ένα 5σύλλαβο υπερθετικό)
Είναι λοιπόν φανερό ότι ο λόγος με τη συγκεκριμένη μορφή και δομή
αξιολογεί την προσφορά των προγόνων, των πατέρων και των συγχρόνων
κινούμενος σε μια ανιούσα κλίμακα: προσέφεραν οι πρόγονοι, ενίσχυσαν και
συμπλήρωσαν οι πατέρες αλλά ο Περικλής και η γενιά του μεγαλούργησαν.
5. Θουκυδίδου Περικλέους Επιτάφιος Κεφάλαιο 36
Η τακτική αυτή της αξιολόγησης που ακολουθεί ο Περικλής δεν αποβλέπει
στην αυτοπροβολή και την καυχησιολογία, αλλά στοχεύει στην ευαισθητοποίηση
του ακροατηρίου, για να φανεί αντάξιο όχι απλώς των μακρινών προγόνων,
αλλά και της προσωπικής του ιστορίας.
Ο Περικλής συνεχίζοντας το λόγο του απομακρύνεται ακόμα περισσότερο από
τον κανόνα και καινοτομεί τολμηρά ανακοινώνοντας ότι δεν πρόκειται να
αναφερθεί στα πολεμικά κατορθώματα, επιθετικά ή αμυντικά, καμιάς από τις
παραπάνω γενιές (αλλά… εάσω), προβάλλοντας ως δικαιολογία δύο λόγους:
α) δε θέλει να κουράσει το ακροατήριό του και
β) απευθύνεται σε ανθρώπους που τα γνωρίζουν και επομένως είναι περιττές
οι αναφορές.
Υπάρχουν διάφορες απόψεις που προσπαθούν να ερμηνεύσουν αυτή την
απόκλιση του Περικλή. Άλλοι υποστηρίζουν ότι ο Θουκυδίδης, ως εκφραστής
της ορθολογικής και σοφιστικής αντίληψης, δεν εκτιμούσε ιδιαίτερα τη μυθική
παράδοση, ότι δεν επιθυμούσε να επανέλθει σε γεγονότα που είχε αναφέρει ο
ίδιος σε προηγούμενα σημεία της εξιστόρησής του ή που είχε ιστορήσει ο
Ηρόδοτος. Άλλοι πάλι θεωρούν ότι ο Περικλής σκοπίμως αποσιώπησε τα
κατορθώματα, επειδή η οικογένειά του δεν είχε να επιδείξει τόσα όσα η
οικογένεια του πολιτικού του αντιπάλου Κίμωνα. Πιθανότατα όμως η καινοτομία
αυτή του Περικλή οφείλεται στην επιδίωξή του να μην αναλώσει το χρόνο του σε
αναδρομές στο παρελθόν. Συνεπώς, απώτερος στόχος του Περικλή ήταν να
τονώσει το ηθικό των Αθηναίων.
Επιπλέον, δεν πρέπει να λησμονούμε το γεγονός ότι ο Θουκυδίδης μέσω του
Περικλή αντιπαρέρχεται το παρελθόν γιατί στόχος είναι με το επιτάφιο λόγο
να γράψει ένα μεταμφιεσμένο εγχειρίδιο πολιτικής θεωρίας.Επιδίωξη του
παρόντος λόγου είναι ο ύμνος της πόλεως Αθήνας αναφορικά προς τα πολιτικά,
κοινωνικά, οικονομικά και πνευματικά της επιτεύγματα την εποχή που την
κατηύθυνε ο μεγάλος πολιτικός άνδρας Περικλής.
Από το σημείο αυτό αρχίζει η «πρόθεση» του λόγου και ο ομιλητής δηλώνει
ποια θα είναι η κεντρική ιδέα του λόγου του: από ποια «επιτήδευση», με ποια
«πολιτεία» και με ποιους «τρόπους» εμπνεύστηκαν οι Αθηναίοι και
μεγαλούργησαν και κατέστησαν την πόλη τους αντικείμενο θαυμασμού σε
ολόκληρη τη Ελλάδα.
Με τον όρο «επιτήδευσις» εννοούνται οι γενικές αρχές συμπεριφοράς και μεθόδευσης
ενεργειών, οι τάσεις και η νοοτροπία του ευρύτερου κοινωνικού συνόλου. Οι αξίες, τα ιδεώδη
που ρυθμίζουν και κατευθύνουν τη δημόσια και ιδιωτική ζωή των Αθηναίων του 5ου αι π.Χ.
Με την «πολιτεία» εννοούνται οι μέθοδοι οργάνωσης και διακυβέρνησης του
αθηναϊκού κράτους, το πολίτευμα, η πολιτειακή οργάνωση, οι πολιτειακοί θεσμοί,
οι κανόνες λειτουργίας της δημόσιας ζωής.
6. Θουκυδίδου Περικλέους Επιτάφιος Κεφάλαιο 36
Τέλος, ο όρος «τρόποι» περιέχει όλα όσα συνθέτουν το χαρακτήρα, το ήθος,
τη διαγωγή του Αθηναίου πολίτη όπως αυτή εκφράζεται στις προσωπικές και
κοινωνικές του εκδηλώσεις, στις διαπροσωπικές του σχέσεις, στις
επαγγελματικές του δραστηριότητες και τις πνευματικές του αναζητήσεις.
Η αναφορά στις τρεις αυτές παραμέτρους γίνεται με τρόπο ιδιαίτερα έντονο,
με τριπλή επανάληψη της αντωνυμίας οιος, ενώ η μεσολάβηση του ρ. ήλθομεν
αφήνει καθέναν από τους παράγοντες να διατηρήσει την αυτοτέλειά του και τη
σημαντικότητά του για την σφυρηλάτηση του αθηναϊκού μεγαλείου.
Η ενασχόληση του ρήτορα με τους παραπάνω όρους συνδέεται βέβαια
διαλεκτικά με τους προκείμενους νεκρούς. Η ποιότητα και η λειτουργία των
τρόπων, της επιτηδεύσεως και της πολιτείας συνδέονται άρρηκτα με το έμψυχο
δυναμικό της πόλης και ευθύνονται για το ήθος που οι προκείμενοι νεκροί
επέδειξαν κατά τον πρώτο έτος του πολέμου.
Στο τέλος του κεφαλαίου 36 ο Περικλής αισθάνεται την ανάγκη να
δικαιολογήσει τη διάρθρωση του λόγου του, γιατί πρώτη φορά ο έπαινος της
πολιτείας καταλαμβάνει τόσο μεγάλη έκταση σε έναν επιτάφιο λόγο. Υποστηρίζει
λοιπόν ότι όχι μόνο δεν είναι ανάρμοστη η διεξοδική παρουσίαση των αρχών
που ανέδειξαν την αθηναϊκή πολιτεία, αλλά επιπλέον είναι ωφέλιμο να
παρακολουθήσουν το λόγο με προσοχή και οι ντόπιοι και οι ξένοι για να
συνειδητοποιήσουν οι μεν και να γνωρίσο υν οι δε την αξία και τη μοναδικότητα
της Αθήναs.