2. Οι κολίγοι απ' άκρη σ' άκρη της θεσσαλικής γης ξεκινούν με μαύρες και κόκκινες
σημαίες για τα σημεία συγκέντρωσης, απ' όπου όλοι μαζί, οργανωμένοι, θα
ξεκινήσουν για το μεγάλο αγροτικό συλλαλητήριο της Λάρισας. Κύριο αίτημά τους η
απαλλοτρίωση των τσιφλικιών και το μοίρασμά τους στους αγρότες.
Η άθλια πολιτική κατάσταση, η βαριά φορολογία, η ''νεοκαπιταλιστική'' διαφθορά,
αναγκάζουν τους νέους σε μετανάστευση. Ήδη από την πρώτη δεκαετία του 20ου
αιώνα, 200.000 γεωργοί και εργάτες εγκαταλείπουν τη χώρα. Όπως και σήμερα, οι
πολιτικοί αρνούνταν βασικά δικαιώματα, δείχνοντας αλαζονεία.
Αστοί ηγέτες της εποχής όπως Χ. Τρικούπης ήταν αντίθετοι με την απαλλοτρίωση
της γης εκστομίζοντας δικαιολογίες του τύπου: δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς
γιατί θα χάσουμε ξένους επενδυτές. Η χώρα «κατέρρεε» από τις συνέπειες της
τότε «ελεγχόμενης πτώχευσης» και την υποταγή στους Βρετανούς. Όπως ήταν
φυσικό, τοπικές εξεγέρσεις άρχισαν σταδιακά να ξεσπούν στη Θεσσαλία,
ταυτόχρονα με την άρνηση των καλλιεργητών να δώσουν στους τσιφλικάδες το
μέρος από τη σοδειά που διεκδικούσαν.
3. Στις 10 Μάρτη του 1907 ο αθηναϊκός Τύπος δημοσίευσε μια είδηση, που συγκλόνισε
τα λαϊκά στρώματα, τη φτωχή αγροτιά και τους κύκλους των διανοούμενων σε
ολόκληρη τη χώρα. Η είδηση αφορούσε τη δολοφονία του δικηγόρου Μαρίνου
Αντύπα και αναγγέλθηκε στις πρώτες σελίδες των εφημερίδων, γεγονός που
υπογραμμίζει τη σπουδαιότητα του προσώπου του δολοφονημένου. Οι τσιφλικάδες
αποφασίζουν να τον δολοφονήσουν.
Έπειτα από αυτά τα γεγονότα υπήρξαν πολλές μικρές εξεγέρσεις κυρίως όμως η
στρατιωτική επανάσταση στο Γουδί στις 15 Αυγούστου 1909, που έφερε στο
προσκήνιο δημοκρατικές δυνάμεις, αλλά και οι απεργίες των καπνεργατών του
Βόλου, έδωσαν θάρρος στους αγρότες. Μέχρι που έφτασε το αποκορύφωμα στις 6
του Μάρτη.
4.
5. Στις 6 Μαρτίου του 1910, πρώτοι μπήκαν στη Λάρισα οι κολίγοι του Δήμου Κρανώνος, χωρίς να
συναντήσουν ιδιαίτερα προβλήματα, αν και ο στρατός είχε κινητοποιηθεί από τα μεσάνυχτα, ενώ οι
αρχές της πόλης στο σύνολό τους βρίσκονταν επί ποδός πολέμου. Σε γενικές γραμμές τίποτα δεν
προμηνούσε εκείνες τις πρώτες ώρες ότι λίγο μετά θα επακολουθούσε σφαγή. Στην πραγματικότητα,
όμως η ηρεμία ήταν φαινομενική. Το κράτος ήταν αποφασισμένο να χτυπήσει ανεξαρτήτως των
προθέσεων των αγροτών. Κι αυτό μπορούσε να το διακρίνει κανείς τόσο από τις προετοιμασίες των
δυνάμεων ασφαλείας όσο και από δημοσιεύματα εφημερίδων της Αθήνας που τις προηγούμενες
μέρες επιτίθονταν με λύσσα κατά των κολίγων.
Οι αγρότες, είτε γιατί αντιλαμβάνονταν τις προθέσεις των αντιπάλων τους είτε για άλλους
λόγους, εκείνη τη μέρα της 6ης Μαρτίου του 1910 δεν έδωσαν την παραμικρή αφορμή, για να
κατηγορηθούν ότι προκάλεσαν την επέμβαση των αρχών. Κατευθυνόντουσαν για το
συλλαλητήριο της θεσσαλικής πρωτεύουσας συντεταγμένοι, πειθαρχημένοι, με τις σημαίες
τους, τραγουδώντας και φωνάζοντας συνθήματα. Ακριβώς αυτή την εικόνα έδειχναν και στον
τόπο, όπου έμελλε να ξεκινήσει η αιματοχυσία, στο μικρό χωριουδάκι, το Κιλελέρ.
6. Στο Κιλελέρ οι κολίγοι επιβιβάστηκαν στο τρένο, για να πάνε στη Λάρισα χωρίς να βγάλουν
εισιτήριο και οι σιδηροδρομικοί υπάλληλοι τους ζήτησαν να αποβιβαστούν. Η αποβίβαση έγινε
χωρίς αντίσταση. Αλλά ο διευθυντής θέλησε να δώσει και συνέχεια, βρίζοντας χυδαία τους
κολίγους. Εκείνοι του ανταπάντησαν με γιουχαρίσματα και ορισμένοι άρχισαν να πετροβολούν το
τρένο. Ο διευθυντής δε συνετίστηκε και ανταπέδωσε με χειρότερες βρισιές. Τα αίματα άναψαν, οι
κολίγοι αγρίεψαν, αλλά η κατάσταση μπορούσε άνετα να εκτονωθεί. Από τη μια έριχνε συνεχώς
λάδι στη φωτιά κι από την άλλη ζήτησε από τον αξιωματικό στρατιωτικής δύναμης, που βρισκόταν
στο τρένο και πήγαινε στη Λάρισα για το συλλαλητήριο, να αντιμετωπίσει ένοπλα τους αγρότες.Κι
αυτός υπάκουσε. Διέταξε ευζώνους και φαντάρους να πυροβολήσουν το πλήθος.
Το τρένο αγκομαχώντας έφτασε στο σταθμό Τσουλάρ όπου κι εκεί είναι συγκεντρωμένοι κολίγοι
για το συλλαλητήριο. Του κάνουν σήμα να σταματήσει, μ' αυτό συνεχίζει την πορεία του. Νέα
ένταση και η οργή στο κατακόρυφο. Οι τσολιάδες από τα παράθυρα πυροβολούν και πάλι. Δύο
ακόμη αγρότες ξαπλώνονται στη γη και πολλοί άλλοι τραυματίζονται. Νέο αίμα κυλάει άφθονο.
Η είδηση της αιματοχυσίας δεν άργησε να φτάσει στους συγκεντρωμένους στη Λάρισα. Οι σκλάβοι
της γης εξαγριώνονται, δε δειλιάζουν, δεν το βάζουν κάτω. Διαμαρτύρονται, φωνάζουν εναντίον
των δολοφόνων, ζητούν γη και δικαιοσύνη. Χύνεται και πάλι αίμα, γίνεται μάχη και οι αγρότες
βγαίνουν νικητές. Ο νομάρχης, ο αστυνόμος και ο φρούραρχος βλέποντας πως δεν είναι εύκολη
υπόθεση η επιχείρηση καταστολής των αγροτών, ύστερα από πολλή ώρα μάχης, διατάσσουν το
στρατό να σταματήσει το πυρ.