4. Λίγα λόγια για τα Φαγιούμ
Τα πορτρέτα Φαγιούμ ονομάστηκαν έτσι γιατί ανακαλύφθηκαν από αρχαιολόγους
στη νεκρόπολη της περιοχής Φαγιούμ της Αιγύπτου το 1880.
Δημιουργήθηκαν τους τρεις πρώτους μετά Χριστόν αιώνες από Έλληνες
ζωγράφους και ήταν νεκρικά πορτρέτα, τα οποία τοποθετούνταν πάνω στη
μούμια στη θέση του προσώπου.
Ήταν φτιαγμένα επάνω σε ξύλο ή λινό ύφασμα, συνήθως με τη μέθοδο της
εγκαυστικής ή με τη χρήση τέμπερας.
Οι Αιγύπτιοι πίστευαν ότι η διατήρηση της εικόνας θα διατηρήσει ζωντανή και την
ψυχή του νεκρού, και γι’ αυτό έφτιαχναν τις μούμιες και τα πορτρέτα τους.
Λίγα λόγια Μετά την κατάκτηση της Αιγύπτου από τους Ρωμαίους (31 π.Χ.) οι
Έλληνες και οι Ρωμαίοι κάτοικοι της Αιγύπτου συνέχιζαν τις νεκρικές αιγυπτιακές
παραδόσεις. Τα περισσότερα έργα αρχαίας ελληνικής ζωγραφικής που έχουν
διασωθεί είναι τα πορτρέτα Φαγιούμ.
5. Τα πορτραίτα του Φαγιούμ
• Αίγυπτος – περιοχή Φαγιούμ.
• Τα πορτραίτα του Φαγιούμ, περίπου
1.000 έργα, διατηρήθηκαν χάρη στο
ξηρό υπέδαφος των αιγυπτιακών
νεκρουπόλεων.
• Τα πορτραίτα του Φαγιούμ είναι
απόγονοι της μεγάλης ζωγραφικής
παράδοσης, της Αλεξανδρινής
σχολής, που δημιουργήθηκε από
τους Έλληνες, που μετανάστευσαν
στην Αίγυπτο τον 4ο αι. π.Χ. την
εποχή του Μ. Αλεξάνδρου
6. Τα πορτραίτα του Φαγιούμ
Τα πορτραίτα του Φαγιούμ ζωγραφίστηκαν για να εξασφαλίσουν την αιώνια ζωή σ΄
αυτούς που απεικόνιζαν.
Αποτελούν την ελληνική συμβολή στην προαιώνια μάχη των Αιγυπτίων ενάντια
στον θάνατο και είναι οι αληθινοί πρόγονοι των πρώιμων βυζαντινών εικόνων.
9. Ελληνική τέχνη τεχνική -απεικόνιση
(ρεαλισμός)
Με στοιχεία Αιγυπτιακά και Ρωμαϊκά
Αιγυπτιακά (ενσωμάτωση στις μούμιες, χρυσός)
Ρωμαϊκή (ρούχα, κόμμωση)
(ρεαλισμός: πιστή απεικόνιση της πραγματικότητας )
10. Τα πορτραίτα του Φαγιούμ
Οι άνθρωποι των Φαγιούμ, ενώ δεν
περιφρονούν την πρόσκαιρη ζωή,
προτιμούν και οραματίζονται την
αιωνιότητα.
Είναι φροντισμένοι στην εμφάνιση,
στολισμένοι, καλοχτενισμένοι και συχνά
στεφανωμένοι· έτοιμοι για μια ιερή
εορτή, που τελικό σκοπό έχει την
επιτυχία της αιώνιας ζωής.
11. Τα πορτραίτα του Φαγιούμ
Το βλέμμα των Φαγιούμ σού
φανερώνει πιο ζωντανούς
τους πεθαμένους, που
διψούν τη ζωή, από τους
ζωντανούς που δεν την
υποψιάζονται.
πατ. Β.Γοντικάκης
Ένταση στο βλέμμα ούτε χαρούμενο ούτε λυπηρό
Απορία αοριστία στο άπειρο..
Καλή τύχη Αρτεμίδωρε
12.
13. Τα μελαγχολικά πορτραίτα
…και από κει κινημένο
αργοφυσούσε
τόσο γλυκό στο
πρόσωπο τ' αέρι,
που λες και λέει μες στης
καρδιάς τα φύλλα:
Γλυκιά η ζωή και ο
θάνατος μαυρίλα.
14. Τα πρόσωπα του Φαγιούμ σού είναι
οικεία και κοντινά. Είναι σύγχρονα και
ζωντανά. Είναι πρόσωπα δικά σου, της
οικογένειάς σου, και της οικουμένης
ολόκληρης. Γιατί δεν χωρίζουν, αλλά
ενώνουν.
Δεν υπογραμμίζουν την ετερότητα του
φύλου «ουκ ένι άρσεν και θήλυ» αλλά
την ταυτότητα της εικόνας του Θεού που
κρύβουμε όλοι μέσα σας.
Τους νιώθεις συγγενείς σου, αδελφούς
και αδελφές σου, όχι γιατί τους μοιάζεις
εξωτερικά ή ανήκεις στην ίδια φυλή
«ουκ ένι Ελλην και Ιουδαίος... βάρβαρος,
Σκύθης...» (Κολ. 3, 11) π Βασίλειος Γοντικάκης
15. Σινά 6ος αι
Η αρχαιότερη φορητή εικόνα
84 cm ύψος Χ 45,5 cm πλάτος
19. Πρώτες βυζαντινές φορητές εικόνες 60ς αι μ.Χ
1. Περιγράφω τα
πρόσωπα της εικόνας
2. Που βρισκόταν η
εικόνα;
3. Που βρίσκεται σήμερα
η εικόνα
«Οἱ ἅγιοι Σέργιος καὶ
Βάκχος» (7ος αἰ.), φορητὴ
εἰκόνα, προέλευση: Μονὴ
Ἁγίας Αἰκατερίνας Σινᾶ.
Δημοτικὸ Μουσεῖο
Ἀνατολικῆς καὶ Δυτικῆς
Τέχνης (ἀρ. εὑρ. 111), Κίεβο
Οὐκρανίας.
21. Εικόνα 1 Εικόνα 2
1.Ποια είναι η
βυζαντινή εικόνα και
ποιο το φαγιούμ;
2. Βρίσκω ομοιότητες
3. Ποιο είναι το
«δυνατό σημείο» των
2 εικόνων;
Hinweis der Redaktion
Σε ό, τι αφορά στη ζωγραφική επιλέχθηκε Ο Χριστός Παντοκράτωρ, εγκαυστική[8] εικόνα σε φυσικό μέγεθος, από το πρώτο μισό του 6ου αιώνα, που βρίσκεται στη Μονή της Αγίας Αικατερίνης του Σινά. Η εικόνα, που έχει διαστάσεις 84 cm ύψος Χ 45,5 cm πλάτος[9], και είναι πολύ καλά συντηρημένη στον ξηρό αέρα της χερσονήσου του Σινά, παρουσιάζει μια εντυπωσιακή κατά την άποψή μας εικόνα του Χριστού. Υπάρχει μια μικρή ασυμμετρία στα μάτια, η οποία τραβά την προσοχή του θεατή. Πιθανώς θα μπορούσε κανείς να αναγνωρίσει κάποια συγγένεια ανάμεσα στα μάτια αυτής της βυζαντινής εικόνας και στα μάτια των προσωπογραφιών του Φαγιούμ[10] ή εκείνων που παράχθηκαν στη Ρωσία στους επόμενους αιώνες, ειδικά από τον Andrei Rublev[11]. Ο Χριστός είναι ντυμένος με τον παραδοσιακό πορφυρό χιτώνα[12]. Το φωτοστέφανο που περιβάλλει το κεφάλι του φέρει σταυρό και μια σειρά διακοσμητικές χάντρες στην περιφέρειά του. Μια ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια είναι η διαφορά ανάμεσα στο χρώμα του προσώπου και το χρώμα των χεριών. Σύμφωνα με τον Kurt Weitzmann, «η υψηλή ποιότητα αυτής της εικόνας στηρίζεται στο λεπτό χειρισμό της σάρκας, που υποδεικνύει μια σταθερή σχέση με τη κλασική παράδοση, και στη δυνατότητα του καλλιτέχνη να ξεπερνά την ανθρώπινη φύση του Χριστού με τη μεταβίβαση της εντύπωσης του άχρονου που συνδέεται με το θείο»[13].
Κατά την άποψή μας στη συγκεκριμένη εικόνα συνυπάρχουν οι νατουραλιστικές τάσεις της κλασικής παράδοσης -ιδιαίτερα στο πρόσωπο- με την προσπάθεια του καλλιτέχνη να προχωρήσει στην αφαιρετική διαδικασία και να προβάλλει μια άχρονη Ύπαρξη πίσω από την ανεικόνιση του συγκεκριμένου προσώπου, χρησιμοποιώντας συγκεκριμένες χρωματικές αποδόσεις, τη μετωπικότητα, την έκφραση των ματιών, τα σύμβολα του φωτοστέφανου και του σταυρού.
Αγιος Σέργιος και Βάκχος. 7ος αιώνας. Προέλευση: Μονή Αγ. Αικατερίνης Σινά. Κίεβο Ουκρανίας. Δημοτικό Μουσείο Ανατολικής και Δυτικής Τέχνης. Αριθμός Ευρετηρίου 111.
Σε ορθογώνιο παραλληλόγραμμο ξύλο και επάνω σε προετοιμασία (gesso), όπως και οι άλλες εγκαυστικές Σιναϊτικές εικόνες, έχουν ζωγραφηθεί οι Αγιος Σέργιος αριστερά και Βάκχος δεξιά σε προτομή και αυστηρά μετωπική στάση. Χωριστό ξύλινο πλαίσιο είναι στερεωμένο στην εικόνα με χειροποίητα καρφιά όπως και σε άλλες Σιναϊτικές εικόνες της ίδιας κατηγορίας.
Η εικόνα των Μαρτύρων Σεργίου και Βάκχου, όπως και οι εικόνες της Παναγίας Βρεφοκρατούσας και του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου είναι εγκαυστικές παλαιοχριστιανικές εικόνες και απόκεινται τώρα στο Δημοτικό Μουσείο του Κιέβου. Οι εικόνες αυτές, όπως και τα νεκρικά πορτραίτα, είναι ζωγραφισμένες με την εγκαυστική τεχνική, δηλαδή με χρώματα στα οποία ώς κολλητικό μέσο εχρησιμοποιείτο το κερί και τα οποία ετοποθετούντο επάνω στη ζωγραφική επιφάνεια με θερμό εργαλείο. Οι αρχαίοι συγγραφείς ονομάζουν τις εικόνες αυτές "Κηροχύτους γραφάς". Στις εικόνες αυτές είναι εμφανή τα χαρακτηριστικά του πορτραίτου, δηλαδή η "ιστορική" παρουσία της μορφής που εικονίζεται, γεγονός που τις συνδέει με την τέχνη των νεκρικών προσωπογραφιών. Παράλληλα όμως αναφαίνονται και οι νέες θεωρητικές αρχές κατά τις οποίες κάθε παράσταση θείας μορφής πρέπει να περιέχει στοιχεία ομοιότητας και διαφοράς από την πραγματικότητα, σε τρόπο ώστε με τη θέα τους να οδηγούμεθα στον υπεραισθητό κόσμο τον οποίο αναπαριστούν.