1. ΗϊρηΣαρι
Ζωρδ Σαρή
Πραγκαηηθό όλοκα Γεωπγία Σαπιβαξεβάνη
Γέλλεζε Μάιορ 1925Αθήνα,Ελλάδα
Θάλαηος 9 Ιοςνίος2012
Εζληθόηεηα Ελληνική
Είδος Τέχλες Σςγγπαθέαρ, ηθοποιόρ
Καιιηηεχληθά
νεανική λογοηεσνία
ρεύκαηα
Βπαβείο Παιδικού Λογοηεσνικού
Βιβλίος για ηο μςθιζηόπημα Νινέτ
Βραβεύζεης (1994)
Κύκλορ Ελληνικού Παιδικού Βιβλίος
(1995, 1999)
Η Ζωρδ Σαρή (1925-2012) ήηαν Ελληνίδαηθοποιόρ και ζςγγπαθέαρ, κςπίωρ
παιδικήρ και νεανικήρ λογοηεσνίαρ.
Γεννικθκε το 1925 ςτθν Ακινα και πζκανε ςτισ 9 Ιουνίου του 2012. Θ μθτζρα τθσ ιταν
Γαλλίδα από τθ Σενεγάλθ και ο πατζρασ τθσ από το Αϊβαλί. Τα παιδικά τθσ χρόνια τα ζηθςε
ςτθν Ελλάδα, όπου τελείωςε το δθμοτικό και το γυμνάςιο. Πριν ολοκλθρϊςει τισ εγκφκλιεσ
ςπουδζσ τθσ, άρχιςε ο πόλεμοσ του 1940. :)
Στθ διάρκεια του πολζμου θ Ηωρη Σαρι ςυμμετείχε ςτθν Αντίςταςθ και ςτθν ΕΠΟΝ.
Περιγράφοντασ εκείνα τα χρόνια θ ίδια λζει: «Τα χρόνια τθσ Κατοχισ ιταν χρόνια χαράσ και
ελευκερίασ»[1]. «Από δυςτυχιςμζνοι γίναμε ευτυχιςμζνοι. Και αυτό γιατί διαλζξαμε το
δρόμο τθσ ηωισ και ασ υπιρχε κάνατοσ μζςα. Θρθνοφςαμε και χαιρόμαςταν όλοι μαηί. Δε
φοβόμαςταν όμωσ. Υπιρχε ζνασ ςτόχοσ, θ απελευκζρωςθ»[2].
Θ Ηωρη Σαρι, από το 1969 που πρωτοεμφανίςτθκε ςτα ελλθνικά γράμματα με το Θθςαυρό
τθσ Βαγίασ μζχρι ςιμερα, ζχει γράψει είκοςι μυκιςτοριματα, μία νουβζλα, τζςςερα
κεατρικά παιδικά ζργα και εννιά βιβλία για μικρά παιδιά. Επίςθσ, ςτο ενεργθτικό τθσ ζχει
2. δεκατζςςερισ μεταφράςεισ μυκιςτορθμάτων από τα γαλλικά. Όλα τα βιβλία τθσ ζχουν
κάνει αρκετζσ επανεκδόςεισ και μερικά από αυτά ζχουν βραβευτεί. Το 1994 θ Νινζτ
βραβεφτθκε με το Κρατικό Βραβείο Παιδικοφ Λογοτεχνικοφ Βιβλίου, κακϊσ επίςθσ και από
τον Κφκλο του Ελλθνικοφ Παιδικοφ Βιβλίου (το βραβείο μοιράςτθκε με τθ Λότθ Πζτροβιτσ-
Ανδρουτςοποφλου). Αργότερα, το 1999 ο Κφκλοσ του Ελλθνικοφ Παιδικοφ Βιβλίου τισ
ζδωςε ακόμθ ζνα βραβείο για το Χορό τθσ ηωισ. Το 1988 Τα Χζγια προτάκθκαν για το
βραβείο Άντερςεν.
Το 1994 βραβεφτθκε με το Βραβείο Παιδικοφ Λογοτεχνικοφ Βιβλίου για το μυκιςτόρθμα
Νινζτ.[12] Το 1995 και το 1999 βραβεφτθκε από τον Κφκλο Ελλθνικοφ Παιδικοφ Βιβλίου.[13] Το
1988 προτάκθκε για το βραβείο Χανσ Κρίςτιαν Άντερςεν.[13] Ωσ θκοποιόσ ζχει βραβευτεί το
1960 με το βραβείο Β' Γυναικείου ρόλου του Φεςτιβάλ Κινθματογράφου Θεςςαλονίκθσ.[14]
Πζκανε ςτισ 9 Ιουνίου του 2012 ςε θλικία 87 χρονϊν.[15]
Πολλά είναι τα ζργα τθσ Ηωρη Σαρι τα οποία ανικουν ςτο κοινωνικό-ρεαλιςτικό
μυκιςτόρθμα και εντάςςονται ςτουσ κεματικοφσ του κφκλουσ. Το πρϊτο τθσ ζργο, Ο
Θθςαυρόσ τθσ Βαγίασ (1969), είναι ζνα μυκιςτόρθμα περιπζτειασ με ςυνεχείσ αναφορζσ
ςτο παρελκόν, το οποίο αγγίηει κατά κάποιον τρόπο τθ κεματικι του μυκιςτορθματικοφ
αυτοφ είδουσ. Σφμφωνα με το Γ. Νεγροπόντθ, ζχει πλοκι και υπόκεςθ, αλλά υςτερεί ςε
λογοτεχνικότθτα[23]. Πρόκειται για ζνα ζργο που γράφτθκε με τθ μορφι παιχνιδιοφ,
δίνοντασ ζτςι ηωντάνια ςτο γραπτό λόγο, και ίςωσ γι’ αυτό είχε και μεγάλθ απιχθςθ.
Αμζςωσ μετά το Θθςαυρό τθσ Βαγίασ θ Ηωρη Σαρι γράφει το Ψζμα (1970) και γίνεται μια
από τουσ πρϊτουσ ςυγγραφείσ παιδικισ λογοτεχνίασ ςτθν Ελλάδα που κίγει κοινωνικά
ηθτιματα όπωσ το διαηφγιο. Στθ ςυγγραφικι πορεία τθσ Σαρι ςυναντάμε και άλλα ζργα
που ανικουν ςε αυτό το είδοσ. Με το Κρίμα κι άδικο (1990), όπωσ επιςθμαίνει θ Ελζνθ
Σαραντίτθ, πραγματοποιεί «ουςιαςτικι ςτροφι εμπνεόμενθ από τουσ ανκρϊπουσ του
μόχκου, τθσ αγωνίασ, τθσ φτϊχειασ, τθσ ανάγκθσ, τθσ ελπίδασ, το ηωντανό και ηεςτό
κφτταρο του λαοφ μασ»[24]. Για πρϊτθ φορά ςε ζργο τθσ μιλά για το κζμα τθσ
μετανάςτευςθσ και δθμιουργεί ζνα μυκιςτόρθμα που ζχει «πόνο, ανκρωπιά, ελπίδα»[25]. Ο
χϊροσ απ’ όπου αντλεί τθν ζμπνευςι τθσ δεν είναι το αςτικό περιβάλλον αλλά το χωριό,
«με τισ ιδιαίτερεσ κοινωνικζσ και οικονομικζσ ςυνκικεσ του, που κακορίηουν τθν πορεία τθσ
ηωισ των κατοίκων του»[26]. Με το ζργο αυτό «θ ςυγγραφζασ ζμμεςα και πολφ εφςτοχα
διερευνά τισ αιτίεσ τθσ μετανάςτευςθσ και τθσ φτϊχειασ του τόπου μασ»[27] και προχωρά
πολφ βακιά ςτο πρόβλθμα τθσ μετανάςτευςθσ. Ακολουκεί το Ζουμ (1994), ζνα πρωτότυπο
μυκιςτόρθμα με περίπλοκθ αφθγθματικι τεχνικι και αρκετά ςτοιχεία από τθν τζχνθ του
κινθματογράφου. Θ φιλία και τα ςχολικά χρόνια είναι το κζμα του μυκιςτοριματοσ Ε.Π.
(1995). Το Ε.Π. είναι ζνα αυτοβιογραφικό μυκιςτόρθμα που κεντρικό κζμα ζχει τθ φιλία τθσ
ςυγγραφζα με τισ ςυμμακιτριζσ τθσ και ιδίωσ με τθν ΆλκθΗζθ. Το ζργο αυτό χαρακτθρίηεται
από μια παιδικι κζαςθ του κόςμου, πθγαίο χιοφμορ, απλό και ςτζρεο λόγο, κακϊσ και μια
αναφορά ςτισ παιδαγωγικζσ αντιλιψεισ τθσ εποχισ ςτθν Ελλάδα, όπου κυριαρχοφςε θ
αυταρχικι αγωγι[28]. Με το Μια αγάπθ για δφο (1996), το οποίο αποτελεί προϊόν τθσ
ςυνεργαςίασ τθσ Ηωρη Σαρι με τθν Αργυρϊ Κοκορζλθ, καινοτομεί και πάλι, κακϊσ, όπωσ
παρατθρεί ο Γ. Παπαδάτοσ, μόνο ςτισ αρχζσ τθσ δεκαετίασ που διανφουμε παρουςιάςτθκαν
βιβλία με κεντρικό πυρινα το ερωτικό ςτοιχείο ςτισ ςχζςεισ προεφθβικισ και εφθβικισ
θλικίασ[29]. Τα τελευταία μζχρι ςιμερα (Φεβρουάριοσ 2004) μυκιςτοριματά τθσ είναι O
χορόσ τθσ ηωισ (1998), Σοφία (1998), O Κφριόσ μου (2002) και Ο πόλεμοσ, θ Μαρία και το
3. αδζςποτο (2003). Το πρϊτο είναι αυτοβιογραφικό μυκιςτόρθμα. Είναι μια «καλοςτθμζνθ
ιςτορία, ειλικρινισ και αρκετά ςυγκινθτικι, με ςτιγμιαίεσ λάμψεισ και χιοφμορ»[30]. Και ςε
αυτό το ζργο θ φιλία και ο ζρωτασ ζχουν βαςικι κζςθ.
]]]]]]Θ Ηωρη Σαρι ζχει γράψει ςυνολικά δφο θκογραφικά
μυκιςτοριματα, Τα ςτενά παποφτςια (1979) και Το παραραράδιαςμα (1989). Στα Στενά
παποφτςια (ζνα ακόμθ αυτοβιογραφικό βιβλίο) περιγράφεται θ πραγματικι φιλία και ο
τρυφερόσ ζρωτασ τθσ Ηωισ και του Παναγιϊτθ, αλλά και οι ςυνκικεσ ηωισ τθσ γυναίκασ
ςτισ αρχζσ του περαςμζνου αιϊνα ςτθν Ελλάδα. Στο βιβλίο αυτό, όπωσ χαρακτθριςτικά λζει
θ Ηωι Βαλάςθ, «ακοφγονται φωνζσ που ιταν κρυμμζνεσ ςτα άλλα τθσ ζργα. Θ
χαρακτθριςτικι λαχτάρα για ηωι δραπετεφει από τισ αςτικζσ κάμαρεσ και τουσ κοινωνικοφσ
προβλθματιςμοφσ και αγκαλιάηει με πάκοσ τθν ίδια τθ φφςθ. Οι λζξεισ ζχουν μια ηουμερι
παριχθςθ και θ ατμόςφαιρα είναι φορτιςμζνθ με καλοκαιρινζσ εικόνεσ»[31]. Θ Βίτω
Αγγελοποφλου προςκζτει ότι όλοι οι χαρακτιρεσ που κινοφνται μζςα ςτο μυκιςτόρθμα
διαγράφονται με παραςτατικότθτα[32]. Είναι το πρϊτο μυκιςτόρθμα τθσ Ηωρη Σαρι που
ξεφεφγει από το αςτικό πλαίςιο[33] και αυτό ενκουςιάηει τουσ κριτικοφσ, γεγονόσ όμωσ που
δεν τουσ εμποδίηει να εντοπίςουν και κάποιεσ αδυναμίεσ ςτο ζργο. Θ Βαλάςθ, ςυνεχίηοντασ
τθν κριτικι τθσ, προςκζτει ότι θ χαρά τθσ ςυγγραφζα κάποιεσ φορζσ είναι τόςο δυνατι ςτο
κείμενο, που ςυνκλίβει τθν ιςτορία, αδικεί τθν πλοκι και παραβλζπει τθ ςυναιςκθματικι
κορφφωςθ του αναγνϊςτθ. Τθν αδυναμία τθσ πλοκισ εντοπίηει και θ Βίτω Αγγελοποφλου, θ
οποία όμωσ επιςθμαίνει ότι ακόμθ και ζτςι δε μειϊνεται θ αξία του ζργου. Αρκετά χρόνια
μετά θ Ηωρη Σαρι επανζρχεται με ζνα ακόμα θκογραφικό μυκιςτόρθμα, το οποίο όμωσ
αυτι τθ φορά δεν είναι αυτοβιογραφικό και κακόλου νοςταλγικό. Με το Παραράδιαςμα
αρχικά και με το Κρίμα κι άδικο ςτθ ςυνζχεια, όπωσ ζχουμε δει, επιτελεί μεγάλθ και
ουςιαςτικι ςτροφι. Θ Ελζνθ Σαραντίτθ, αναφερόμενθ ςτο Παραράδιαςμα[34], γράφει πωσ
πρόκειται για ζνα δφςκολο και κακόλου ευχάριςτο ζργο, ζνα άρτιο μυκιςτόρθμα, το
πολυτιμότερο ίςωσ ζργο τθσ Ηωρη Σαρι. Συμπλθρϊνει ότι είναι ζνα βιβλίο ζντονων
ςυναιςκθμάτων, ελκυςτικισ μορφισ και τζλειασ ζκφραςθσ. Με το ζργο αυτό θ ςυγγραφζασ
δείχνει ότι ζχει γνϊςθ τθσ ψυχοςφνκεςθσ του ϋΖλλθνα και τθσ ηωισ ςτθν ενδοχϊρα[35], ενϊ
εντυπωςιάηει με τθν άψογθ χριςθ τθσ γλϊςςασ, και μάλιςτα των τοπικϊν ιδιολζκτων[36].
Δεν αρκείται μόνο ςτθν περιγραφι τθσ ηωισ τθσ εποχισ εκείνθσ, αλλά προβαίνει ςε
ςυγκρίςεισ μεταξφ παρόντοσ και παρελκόντοσ ςε ό,τι αφορά τθ ηωι τθσ γυναίκασ, τθ
δικαιοςφνθ και τισ κοινωνικζσ προκαταλιψεισ. Πρόκειται, λοιπόν, όπωσ φαίνεται από τισ
κριτικζσ, για ζνα ζργο ςυγγραφικισ ωριμότθτασ, το οποίο δε δείχνει να παρουςιάηει κανζνα
μειονζκτθμα. Ολοκλθρϊνοντασ, κα λζγαμε ότι θ Ηωρη Σαρι προςεγγίηει ζνα ευρφτατο
πλαίςιο κεμάτων, τα οποία είτε προζρχονται από τισ προςωπικζσ τθσ εμπειρίεσ είτε από τον
άμεςο κοινωνικό τθσ περίγυρο. Και ςτισ δφο περιπτϊςεισ τα ζργα τθσ διακρίνονται για τθν
αμεςότθτά τουσ, μζςα από τθν οποία αποκαλφπτεται θ ίδια θ ςυγγραφζασ. Θ ίδια,
κζλοντασ να τονίςει τθν παρουςία τθσ μζςα ςε όλα τα ζργα τθσ, λζει χαρακτθριςτικά ςε μια
ςυνζντευξι τθσ: «Μια μεγάλθ ςυγγραφζασ ζλεγε πωσ ό,τι και να γράψω, και το ςκφλο μου
να βάλω, πάλι μζςα ςτο ςκφλο μου κα ’μαι. Δεν μπορεί ο ςυγγραφζασ να μθ βρίςκεται
κάπου, άλλοτε φανερά, άλλοτε ςτα κρυφά, και δεν το παίρνεισ είδθςθ, αλλά κάποια ςτιγμι,
κάποιο λεπτό, ο ςυγγραφζασ κα μιλιςει. Κι όταν βγει, μπορεί, αν είναι άντρασ, να γίνει
4. γυναίκα ι να γίνει ςκφλοσ. Λοιπόν, πόςο μάλλον ςε κάποιον ςαν και μζνα που δεν ζχει
πολλι φανταςία…»[37].