2. Η λέξη Αποκριά δόθηκε στα βυζαντινά χρόνια και προέρχεται από τη λέξη «αποκρέω», που σημαίνει αποχή από το κρέας. Προέλευση
3. Το όνομα απόκρεως βρίσκεται για πρώτη φορά στα χρόνια του Ιουστινιανού (6ος αιώνας). Δυο αιώνες αργότερα - στην περίοδο των εικονομάχων βασιλέων - η λέξη εκφράζει κάποιες βακχικές γιορτές. Την εποχή των Παλαιολόγων είναι συνυφασμένη και με το θέατρο. Είναι επίσης παραδεκτό ότι η νεοελληνική Αποκριά συμπίπτει απόλυτα σημασιολογικά με το μεσαιωνικό καρναβάλι (λατινικά carnem levare ή carnis levamen = άρση - απαγόρευση κρέατος, αντίο - εξαφανίσου κρέας). Οι αποκριάτικες εκδηλώσεις και τα καρναβάλια συσχετίζονται σύμφωνα με τους ερευνητές τόσο με αρχαίες όσο και μεσαιωνικές τελετές και δοξασίες. Προέλευση
4. Οι Αποκριές διασώζουν πολλές συνήθειες από την αρχαιότητα. Έχουν προέλευση Θρακική, και σχετίζονται με τη λατρεία του Θεού του κρασιού και του κεφιού, αλλά και της ζωής και της αναπαραγωγής Διονύσου. Ο Διόνυσος είχε μαζί του τους Σάτυρους και τους Σελινούς, οι οποίοι έβαζαν στα κεφάλια τους στεφάνι από κισσό, φόραγαν μάσκες, και ντύνονταν με δέρματα ζώων. Οι λάτρεις του Διόνυσου ζαλισμένοι από το κρασί του Βάκχου χυδαιολογούσαν, θορυβούσαν, και χόρευαν. (Η κωμωδία και η σάτιρα αναπτύχθηκαν σταδιακά κατά τις Διονυσιακές αυτές τελετές). Οι Διονυσιακές και Βακχικές αυτές γιορτές, είχαν σχέση με το τέλος του χειμώνα, και τον ερχομό της άνοιξης, συμβόλιζαν δε την εποχή που η γη «ξυπνά» από την χειμερία νάρκη, και αναγεννιέται. Για τους αρχαίους λαούς ο κύκλος αυτός της αναγέννησης της φύσης, είχε σχέση και με τις ανθρώπινες ψυχές και συμβολίζονταν με το φόρεμα της μάσκας.
5. Μετά ήρθε το πάντρεμα στα χριστιανικά χρόνια με την Σαρακοστή και αργότερα, η λαϊκή ζωή έδωσε στην Αποκριά ένα περιεχόμενο χαράς και γιορτής. Το καρναβάλι είναι περίπου κοινό σε όλους τους λαούς, σε όλες τις παραδόσεις, σε όλες τις θρησκείες. Τα κυριότερα χαρακτηριστικά του είναι το κέφι, η ζωντάνια, η φαντασία, το παιχνίδι, η ξεγνοιασιά. Πολλές πόλεις εξάλλου του κόσμου είναι διάσημες για τις καρναβαλικές εκδηλώσεις (Το καρναβάλι του Ρίο ντε Τζάνερο στη Βραζιλία, το καρναβάλι στη Βενετία της Ιταλίας, το Πατρινό καρναβάλι).
6. Την τρίτη και τελευταία Κυριακή της Αποκριάς υπάρχουν πολλές αποκριάτικες εκδηλώσεις και πάρτι μασκέ σε ολόκληρη την Ελλάδα . Karneval in Loutraki, Karneval in Patras.
7. Η περίοδος του καρναβαλιού διαρκεί τρεις εβδομάδες . Οι μεταμφιέσεις , ο χορός, το ποτό και το τραγούδι κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, έλκουν την καταγωγή τους από τις λατρευτικές εκδηλώσεις προς τιμήν του θεού Διονύσου στην αρχαία Ελλάδα (6 ος αιώνας π.Χ. ). Οι ακόλουθοι του θεού Διονύσου μεταμφιέζονταν σε Σατύρους (τραγόμορφους δαίμονες των δασών) . Από αυτές τις εκδηλώσεις γεννήθηκε το θέατρο.
8. Σάτυρος, ένας από τους ακόλουθους του θεού Διονύσου . Τα χαρακτηριστικά του θυμίζουν τράγο.
10. Ιωάννινα : Βόρεια Ελλάδα , «Τζαμάλες» , φωτιά και χοροί μέσα στην πόλη .
11. Γαλαξίδι , Ελλάδα : Την Καθαρά Δευτέρα πετούν οι άνθρωποι αλεύρι ο ένας στον άλλο .
12. Καθαρά Δευτέρα : τότε ξεκινά η Μεγάλη Σαρακοστή . Εκείνη την ημέρα πετούν τα παιδιά στην εξοχή χαρταετούς . Είναι ημέρα αργίας για όλους και οι περισσότεροι πηγαίνουν εκδρομές . Τρώμε ένα παραδοσιακό νηστίσιμο γλυκό, τον χαλβά .
23. Η Κυρά Σαρακοστή Σαρακοστή λέμε τις 40 μέρες πριν από την Κυριακή του Πάσχα. Από πολύ παλιά υπάρχει η παράδοση να νηστεύουμε για να μιμηθούμε τη νηστεία που έκανε ο Χριστός στην έρημο. Παλαιότερα, τις τρεις πρώτες μέρες της νηστείας τις περνούσαν με ψωμί και νερό. Μια μέρα πριν αρχίσει η νηστεία, την Καθαρή Δευτέρα, αυτοί που πρόκειται να νηστέψουν, τρώνε ένα πλούσιο γεύμα με σούπα με φασόλια, χαλβά ή καρυδόπιτα και βέβαια την παραδοσιακή λαγάνα. Η Κυρά Σαρακοστή
24. Η Σαρακοστή περνά πολύ αργά για αυτούς που νηστεύουν, κυρίως τις τελευταίες μέρες. Έτσι, επειδή παλιά δεν είχαν ημερολόγια για να μετρούν το πέρασμα της νηστείας, έφτιαχναν ένα μετρητάρι. Ζωγράφιζαν τη Σαρακοστή σαν μια γυναίκα χωρίς στόμα, λόγω νηστείας, και με τα χέρια σταυρωμένα από την προσευχή. Της έβαζαν 7 πόδια, ένα για κάθε βδομάδα της Σαρακοστής. Κρεμούσαν τη Σαρακοστή στον τοίχο και κάθε Σάββατο έκοβαν από ένα πόδι. Το τελευταίο πόδι το έκοβαν το Μεγάλο Σάββατο και το βάζανε σε ένα ξερό σύκο. Αυτό το σύκο το ανακάτευαν με άλλα και τα μοίραζαν στην οικογένεια. Το σύκο έφερνε γούρι σ’ αυτόν που το έβρισκε. Η Κυρά Σαρακοστή